της Μαρίνας Λουκάκη, Βυζαντινολόγου
Η τελετουργική πομπή του Βυζαντινού αυτοκράτορα προς τnν Aγία Σοφία τnν ημέρα των Χριστουγέννων ήταν ένα από τα λαμπρότερα θεάματα και από τα σημαντικότερα κοινωνικά γεγονότα στη ζωή της μεσαιωνικής Κωνσταντινούπολης.
Το Βυζάντιο, ένα κράτος κατ’ εξοχήν μοναρχικό, είχε από πολύ νωρίς μια αυστηρά καθορισμένη ιεραρχία αξιωματούχων και τιτλούχων και ένα πρωτόκολλο απαρέγκλιτο που ρύθμιζε οποιαδήποτε εκδήλωση. Η τάξις αποτελούσε μέρος της αυτοκρατορικής ιδεολογίας. Χαρακτηριστικά, ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος δικαιολογεί την απόφασή του να γράψει το «Περί βασιλείου τάξεως», ένα εγχειρίδιο της βυζαντινής αυλικής τελετουργίας, λέγοντας ότι «χάρη στην επαινετή τάξη, η αυτοκρατορική εξουσία φαίνεται ευπρεπέστερη, γίνεται μεγαλοπρεπέστερη και γι’ αυτό τη θαυμάζουν όλοι, ημεδαποί και ξένοι» (1).
Το εγχειρίδιο αυτό του 10ου αιώνα είναι μια από τις κυριότερες πηγές πληροφοριών για την επίσημη ζωή της βυζαντινής αυτοκρατορικής αυλής. Πρόκειται, ωστόσο, για συμπληρωματικό έργο, στο οποίο έχουν ενσωματωθεί διάφορα κείμενα προηγούμενων εποχών, χωρίς ο συντάκτης του να επιλέγει πάντοτε και αυστηρά μόνο τα στοιχεία που αφορούν στην πραγματικότητα της εποχής του.
Έτσι, ο προσεκτικός αναγνώστης του μπορεί να μελετήσει, τουλάχιστον μέχρι τον 10ο αιώνα, τη διαχρονία τελετών, αξιωμάτων, συμβόλων του βυζαντινού κόσμου.
Λεπτομερής περιγραφή
Ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά γεγονότα στη ζωή της μεσαιωνικής Κωνσταντινούπολης και ένα από τα λαμπρότερα θεάματα που πρόσφερε το Ιερό Παλάτι στους κατοίκους της πρωτεύουσας ήταν αναμφίβολα η τελετουργική πομπή του αυτοκράτορα που διέσχιζε τους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και κατευθυνόταν σε κάποια από τις εκκλησίες της πόλης την ημέρα μιας θρησκευτικής γιορτής. Η επισημότερη όμως και μεγαλοπρεπέστερη πομπή όλων, n εύσnμoς και περιφανής προέλευσις, όπως την ονομάζει το «Περί βασιλείου τάξεως», ήταν η πομπή προς την Μεγάλη Εκκλησία, την Αγία Σοφία, κατά τις πέντε μεγάλες δεσποτικές εορτές, τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνια, την Κυριακή του Πάσχα, την Πεντηκοστή και τη Μεταμόρφωση. Η πομπή αυτή, η οποία περνούσε από διάφορους τόπους και αίθουσες του Ιερού Παλατιού, περιγράφεται λεπτομερέστατα από τον Πορφυρoγέvvnτo. Αξίζει να διευκρινιστεί ότι το σύνολο των οικοδομημάτων που συγκροτούσαν το Ιερό Παλάτι της Κωνσταντινούπολης τον 10ο αιώνα καταλάμβανε όλο το νότιο άκρο της χερσονήσου της Κωνσταντινούπολης, στην είσοδο του Βοσπόρου.
Ήταν μια ολόκληρη πόλη μέσα στην Πόλη, που άνοιγε τις πύλες της την ημέρα μιας γιορτής. Στο σύντομο αυτό σημείωμα θα αναφερθούμε σε ορισμένα μόνο μέρη του τελετουργικού της μεγάλης πομπής κατά την ημέρα των Χριστουγέννων, που ωστόσο αρκούν για να δώσουν μια εικόνα του χαρακτήρα και των συμβολισμών της.
Προετοιμασίες
Την παραμονή της γιορτής οι δύο πραιπόσιτοι του παλατιού, ευνούχοι αξιωματούχοι επικεφαλής του αυλικού προσωπικού, υπενθυμίζουν επίσημα στον αυτοκράτορα την επικείμενη γιορτή και εκείνος δίνει την εντολή για να αρχίσουν οι προετοιμασίες. Οι δρόμοι απ’ όπου θα περάσει η πομπή καθαρίζονται, στρώνονται με πριονίδι, στολίζονται με κισσό, δάφνη, δενδρολίβανο κι άλλα μυρωδικά. Ανήμερα, η τελετή αρχίζει με την προετοιμασία της ένδυσης του αυτοκράτορα. Αξιωματούχοι του αυτοκρατορικού βεστιαρίου φέρνουν τα επίσημα ρούχα και τα στέμματα που θα φορέσει ο αυτοκράτορας στο οικοδομικό συγκρότημα του παλατιού της Δάφνης, ένα από τα αρχαιότερα κτίσματα του Ιερού Παλατιού, που η κατασκευή του αποδίδεται στον Μεγάλο Κωνσταντίνο.
Οι αυτοκρατορικοί σπαθάριοι, φέρνουν τα αυτοκρατορικά όπλα, την ασπίδα, το ξίφος, το δόρυ και το αυτοκρατορικό φλάμoυλο στο Οινοπόδιο, τον μεγάλο προθάλαμο του παλατιού της Δάφνης. Άλλοι αξιωματούχοι παίρνουν από το παρεκκλήσι του Αγίου Θεοδώρου τη ράβδο του Μωυσή και από ναό του Αγίου Στεφάνου τον σταυρό του Μεγάλου Κωνσταντίνου και τα φέρνουν στο Κονσιστώριο, την αίθουσα του θρόνου στο παλάτι της Δάφνης. Σε δύο κεφάλαια το Περί βασιλείου τάξεως αναφέρεται λεπτομερώς στην ενδυματολογία, τόσο του ηγεμόνα όσο και των αξιωματούχων που συνοδεύουν την πομπή των Χριστουγέννων: το αξίωμα, η τάξη αλλά και η σημασία της γιορτής διακρίνονται και προσδιορίζονται από τα χαρακτηριστικά και την πολυτέλεια των στολών.
Διαδρομή
Ο αυτοκράτορας βγαίνει από τον ιερό κοιτώνα και έρχεται στον Χρυσοτρίκλινο, τη λαμπρή αίθουσα του θρόνου, που κατασκευάστηκε από τον Ιουστινιανό Β’ και αποτελούσε τον κέντρο των ανακτόρων, για να προσευχηθεί μπροστά την εικόνα του ένθρονου Χριστού που κοσμεί την κόγχη του θρόνου. Στη συνέχεια, περνά από διάφορες αίθουσες και ναούς του Παλατιού, όπου συγκεκριμένοι κάθε φορά αξιωματούχοι τον περιμένουν για να τον προσκυνήσουν και να προστεθούν στην ακολουθία του. Εκείνος, σε ένδειξη ευλάβειας ανάβει κεριά στους χώρους λατρείας που συναντά και προσκυνά τα φυλασσόμενα ιερά λείψανα. Με αυτόν τον τρόπο σχηματίζεται η πομπή, που καταλήγει στο συγκρότημα του παλατιού της Δάφvnς. Εκεί, ο αυτοκράτορας, μόλις λάβει ειδοποίηση από τον απεσταλμένο του πατριάρχη, τον ρεφερενδάριο, ότι πλησιάζει η ώρα της θείας λειτουργίας, φοράει με τη βοήθεια των πραιποσίτων τη βασιλική στολή και το στέμμα. Συνοδευόμενος από στρατηγούς, πατρικίους και οι αξιωματούχους του βεστιαρίου φτάνει στο Ονοπόδιο, όπου οι βασιλικοί σπαθάριοι κρατώντας το βασιλικά όπλα προστίθενται στην πομπή. Το ίδιο συμβαίνει και στο Κονσιστώριο όπου βρίσκεται ο σταυρός του Μεγάλου Κωνσταντίνου και η ράβδος του Μωυσή. Η πομπή με τα ιερά σύμβολα αυτά να προπορεύονται φτάνει στις συνοικίες των στρατιωτικών ταγμάτων του Παλατιού, των εκσκουβίτων, των κανδιδάτων, των σχολών κ.λπ. Διέρχεται πρώτα από τον τρίκλινο των εκσκουβίτων, όπου δεξιά και αριστερά απλώνονται τα ρωμαϊκά σκήπτρα, τα λεγόμενα βήλα, λάβαρα και άλλα εμβλήματα στρατιωτικών σωμάτων. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι το «Περί βασιλείου τάξεως» διακρίνει τα ρωμαϊκά σκήπτρα (επιβίωση των σκήπτρων των υπάτων) από τα υπόλοιπα εμβλήματα.
Στην αίθουσα αυτή στέκονται οι καγκελάριοι του κοιαίστωρος, αξιωματούχοι με αστυνομικά καθήκοντα μεταξύ άλλων στην Κωνσταντινούπολη, και επευφημούν τον αυτοκράτορα στα λατινικά!
Το Περί βασιλείου τάξεως παραδίδει τιε επευφημίες τους ως εξής:
«Δε Μαρίε Βέργηνε νάτουs ετ Μάγια δ’ ωριέντε κουμ μούνερα αδοράντες». Ερμηνεύεται: «Εκ Μαρίας της παρθένου εγεννήθη και Μάγοι εξ ανατολών μετά δώρων προσκυνούσιν».
Απόκριμα: «Κρίστους, Δέουs νόστερ, κουμβέρσετ ημπέριουμ βέστρουμ περ μουλτουσάννοs ετ βόνος». Ερμηνεύεται: «Χριστός ο Θεόs ημών, φυλάξη την βασιλείαν υμών επί πολλοίs έτεσι και καλοίς».
Είναι προφανέs ότι την εποχή του Πορφυρογέννητου τα λατινικά ήταν πλέον μια ξεχασμένη γλώσσα και οι τυπικές φράσεις που απαγγέλλονταν στις τελετές χρειάζονταν μετάφραση.
Πριν φύγει η πομπή από τον τρίκλινο των εκσκουβίτων, ο αυτοκράτορας πραγματοποιεί εκεί τους διορισμούς ορισμένων νέων στρατιωτικών αξιωματούχων, στους οποίους ο αυτοκράτορας εγχειρίζει το σύμβολο του αξιώματός τους, για παράδειγμα, στους σκρίβωνες δίνει μια βεργούλα. Το ίδιο συμβαίνει και στη συνέχεια όταν ο μονάρχης φτάνει στις Σχολές. Εκεί διορίζονται οι νέοι κόμητες.
Το πέρασμα όμως της πομπής από τις συνοικίες των Σχολών σηματοδοτείται κυρίως από τις αναφωνήσεις των δήμων. Ο πρώτος που χαιρετίζει τον μονάρχη είναι ο δήμος των Βενέτων, που τον επευφημεί ως εξής:
Οι κράκται «Αστήρ τον ήλιον προμηνύει εν Βηθλεέμ Χριστόν ανατείλαντα εκ παρθένου».
Ο λαόs: «Πολλά έτη, ειs πολλά» κ.λπ.
Ακολουθούν οι δοχές των άλλων δήμων μέχρις ότου η αυτοκρατορική πομπή περάσει τη Χαλκή Πύλη και την πλατεία του Αυγουσταίου για να καταλήξει στην Αγία Σοφία. Τα ρωμαϊκά κατάλοιπα από τις πομπές υπάτων, τα ιερά χριστιανικά σύμβολα που συνδέουν τον βυζαντινό ηγεμόνα με την ουράνια βασιλεία, μαζί με τελετουργικές εκδηλώσεις ανατολικής προέλευσης, αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά της εορταστικής αυτής πομπής.
Στο ναό
Στην είσοδο του ναού της Αγίας Σοφίας ο πραιπόσιτοs αφαιρεί το στέμμα από το κεφάλι του αυτοκράτορα. Στη συνέχεια τον υποδέχεται ο πατριάρχης με την ακολουθία του και μαζί εισέρχονται στον κυρίως ναό. Ο αυτοκράτορας κατευθύνεται στο θυσιαστήριο και απλώνει πάνω στην Αγία Τράπεζα δύο λευκούς αέρες, ασπάζεται τα δύο δισκοπότηρα και τα σπάργανα του Κυρίου και αφήνει το αποκόμβιον, μια χρηματική προσφορά. Στη διάρκεια της θείας λειτουργίας, όταν βγαίνουν τα άγια, ο αυτοκράτορας, συνοδευόμενος από τους πατρικίους και άλλους άρχοντες, κρατώvτας λαμπάδα και προχωρώντας ανάμεσα στους συγκλητικούς που στέκονται δεξιά και αριστερά, ακολουθεί την ιερή πομπή μέχρι τη σωλαία. Εκεί στέκεται και περιμένει να περάσουν τα άγια. Πατριάρχης και αυτοκράτορας προσκυνούν αλλήλους.
Έξοδος
Μετά τη θεία κοινωνία, ο αυτοκράτορας μαζί με τον πατριάρχη βγαίνουν από τον ναό και κατευθύνονται προς το Άγιο Φρέαρ, το στόμιο του πηγαδιού που ακούμπησε ο Χριστός όταν μιλούσε με τη Σαμαρίτιδα, ιερό κειμήλιο που τον 10ο αιώνα βρισκόταν στα νοτιοανατολικά της Αγίας Σοφίας. Εκεί ο αργυροχόος δίνει στον πραιπόσιτo χρυσά πουγκιά και αυτός με τη σειρά του τα μεταβιβάζει στον αυτοκράτορα, ο οποίος τα μοιράζει σε εκείνους που καλεί ο αργυροχόος. Στη συνέχεια, ο πατριάρχης παίρνει από τα χέρια του πραιπόσιτου το στέμμα και στέφει τον αυτοκράτορα, δίνοντας του ευλογία (αντίδωρο). Ο αυτοκράτορας προσφέρει στον πατριάρχη αποκόμβιον και εκείνος αντιχαρίζει αρωματικά έλαια. Ασπάζονται ο ένας τον άλλον και ο αυτοκράτορας αναχωρεί.
Η πομπή ακολουθεί την ίδια ανάστροφη πορεία και σε όλη τη διαδρομή ο αυτοκράτορας επευφημείται από τους δήμους, τη σύγκλητο και άλλους αξιωματούχους. Όταν φτάσει στο συγκρότημα της Δάφνης, οι αξιωματούχοι του κουβουκλίου, του αυτοκρατορικού ενδιαιτήματος, αναφωνούν ρωμαϊστί:
«Ηλθετε, μούλτουs άvvουs, φιλληκήσιμε». Ο μονάρχης, με m βοήθεια των βεστητόρων, βγάζει τη βασιλική στολή και το στέμμα, ενώ οι παριστάμενοι εύχονται «Εις πολλούς και αγαθούς χρόνους». Τότε, οι πόρτες της πλατείας του Αυγουσταίου ασφαλίζονται και το Ιερό Παλάτι κλείνει.
Πηγή: Βυζαντινών Ιστορικά