Η Έλσα Τριολέ, σύζυγος και μούσα του ποιητή Λ. Αραγκόν στα 1924 -φωτογραφία του Alexander Rodchenko |
Τόσο βαθιά τα μάτια σου που εκεί τη μνήμη χάνω
Κάτω από σύννεφο πουλιών μουντός ωκεανός
Και φέξιμο ύστερα ουρανών στα μάτια σου ανεφέλων
Το θέρος κόβει σύννεφα στις ρόμπες των αγγέλων
Πάνω απ’ τα στάχυα ο ουρανός τόσο είναι γαλανός
Πασχίζει η αύρα του γλαυκού τα νέφη ν’ αλαφιάσει
Τα μάτια σου πιο διάφανα στο δάκρυ τους υγρά
Που κι ο ουρανός ο απόβροχος ζηλιάρης τα τηρά
Γαλάζιο τόσο το γυαλί στο μέρος πόχει σπάσει
Μάνα των εφτά βάσανων σελαγισμέ μου υγρέ
Εφτά ρομφαίες πέρασαν το πρίσμα των χρωμάτων
Οι ωραίες μέρες έχουνε πικρό το χάραμά των
Η μελανόστικτη ίριδα στα μαύρα είναι πιο μπλε
Τα πονεμένα μάτια σου ρήγμα διπλό ανοιγμένο
Απ’ όπου μεταγίνεται το θαύμα σαν μεμιάς
Οι Μάγοι οι τρεις αντίκρισαν με χτύπο της καρδιάς
Το φόρεμα της Παναγιάς στη φάτνη κρεμασμένο
Λόγια στου Μάη τη μουσική και στον πολύ καημό
Θα ’φτανε κι ένα μοναχό στόμα να δώσει πλέρια
Μονάχα ένα άπειρο στενό και θα ’πρεπαν στ’ αστέρια
Τα μάτια σου με των Διδύμων τον αστερισμό
Ούτε παιδί που εκστατικό θαυμάζει ωραίες εικόνες
Δε στήνει μάτια σαν κι εσέ μεγάλα φωτερά
Δεν ξέρω αν λες και ψέματα σα γίνονται γλαρά
Άγριες θαρρείς απ’ τη βροχή κι ανοίγονται ανεμώνες
Να κρύβονται άραγε αστραπές μες στη λεβάντα αυτή
Που εντόμων μέσα της σφοδρός ερωτισμός ανάφτει
Στων διαττόντων πιάστηκα το δίχτυ σαν το ναύτη
Μεσαύγουστο από κύματα πόχει άξαφνα αρπαχτεί
Τράβηξα αυτό το ράδιο από ουρανίτη ουσία
Τα δάχτυλά μου καίγοντας σ’ απρόσιτη φωτιά
Κοντά μου είσαι παράδεισε κι ωστόσο είσαι μακριά
Περού μου είναι τα μάτια σου Γολκόνδη μου κι Ινδία
Κι ήρθε ένα βράδυ που το σύμπαν έγινε κομμάτια
Σε βράχους που τους κόρωσαν οι ναυαγοί μα εγώ
Πάνω απ’ τη θάλασσα έβλεπα ζευγάρι λαμπερό
Τα μάτια της Έλσας τα μάτια της Έλσας τα μάτια