διατί μόνον τότε τα θέλομεν κόκκινα και σκληρά, όχι μόνον ημείς αλλά και όλοι από
τον Πόλον μέχρι του Ισημερινού οι χριστιανοί, ηναγκάσθην επί τέλους να κατατάξω
την απορίαν μου μεταξύ των αλύτων.
και οι προφήται, ουδέ καν οι Ευαγγελισταί, αν δε ερευνήση τις δέκα σοφούς,
είναι βέβαιος ότι θα λάβη παρ’ αυτών άλλας τόσας
διαφόρους απαντήσεις, απαραλλάκτως ως αν τους ηρώτα ποίον είναι το ιατρικόν της
φθίσεως ή το άριστον των πολιτευμάτων. Κατά τινάς μεν το ωόν είναι σύμβολον της
αναστάσεως, διότι καθώς συντρίβει ο νεοσσός το κέλυφος, και αναπηδά ζων εξ
αυτού, ούτω και ο Ιησούς από του μνήματος την πλάκα. Κατ’ άλλους όμως οι ταύτα
διδάσκοντες είναι αγράμματοι και το χειρότερον ασεβείς, τα δε πασχαλινά ημών
αυγά κατάγονται κατ’ ευθείαν γραμμήν από εκείνα τα οποία οι κακότροποι Ρωμαίοι
ετοποθέτουν ζέοντα υπό την μασχάλην των χριστιανών μαρτύρων, ως γίνεται ακόμη
και σήμερον, αν πιστεύσωμεν τους κακόγλωσσους, εις τα υπόγεια της ημετέρας
αστυνομίας. Περί τούτων όμως ουδέν θέλουσι ν’ ακούσωσιν οι Σημειολόγοι οι
επιμένοντες ότι το ωόν ήτο σύμβολον της γονίμου Ίσιδος και η καθ’ ωρισμένας
εορτάς αυγοφαγία έθιμον φοινικικόν μεταδοθέν εις τους εβραίους και τους
έλληνας, ως μαρτυρεί ο κρόκος αυτού, όστις κατά τον Βένφεϋν (β’ 179) είναι
αυτόχρημα ο Χαλδαϊκός κορκόμ.
διδάσκοντες ότι, κατά τον Μωσαϊκόν νόμον, όχι μόνον όλα τα τρωγόμενα την ημέραν
του Πάσχα, αλλά και αυτοί οι τοίχοι των οικιών πρέπει να κοκκινίζωνται με το
αίμα του σφαζομένου αρνίου, προς εξιλέωσιν του Αγγέλου της καταστροφής. Κατά
τον Αίλιον όμως Λαμπίδιον οι Ραβίνοι δεν ηξεύρουν τι λέγουσι, τα δε πρώτα
ερυθρά αυγά δεν εβάφησαν, αλλ’ εγεννήθησαν κόκκινα από τας αυτοκρατορικάς
όρνιθας την ημέραν της γεννήσεως του Αλεξάνδρου Σεύκρου, ως χαρμόσυνος οιωνός
της μελλούσης φιλίας του προς τους χριστιανούς.
ημάς ότι: «Όταν οι Εβραίοι είπον: Το αίμα αυτού εφ’ ημάς και επί τα τέκνα ημών,
εκοκκίνησαν όλα τα πράγματα όπου είχαν εις τας οικίας των, ακολούθως δε και τα
αυγά, όθεν και οι Χριστιανοί εις ενθύμησιν του θαύματος, κοκκινίζομεν τα αυγά
εν τη αναστάσει» (Πηδάλ., Λειψ. 1800, σελ. 204). Τας πλείστας άλλας της απορίας
ταύτης λύσεις δεν έχω προχείρους εις την μνήμην μου, πλην μόνης της του
Πανοσιωτάτου Εξάρχου του Αγίου Τάφου εν Βλαχία Ναθαναήλ, όστις, ερωτηθείς εν
πασχαλινώ συμποσίω περί των κοκκίνων αυγών, μοι απήντησεν: «Τρώγε και μη
ερεύνα»
Ακρόπολις Πασχαλινή 24.4.1888