Ενότητα 2η Επικοινωνία στο σχολείο, Φύλλο εργασίας


Νεοελληνική Γλώσσα Α. Γυμνασίου

Ενότητα 2η Επικοινωνία στο σχολείο 

    •  Είδη του προφορικού και του γραπτού λόγου.
    •  το κατάλληλο ύφος και λεξιλόγιο στην επικοινωνία 
    •  Ο ρόλος
      της παραγράφου σε ένα κείμενο
    •  Η επικοινωνία στο σχολείο με τους/ τις συμμαθητές
      μου και τους/ τις καθηγητές / καθηγήτριες

 

 

Κείμενο Α

…………………………………………………………… (Βάζω δικό μου τίτλο)

 

       «Μια ιστορία που μου θυμίζει δικές μου περιπέτειες στο Δημοτικό Σχολείο Περιστεράς. Την περίοδο ‘62-65 που φοιτούσα εκεί, κάθε πρωί, πηγαίναμε όλα τα παιδιά στο σχολείο  κουβαλώντας δυο ξύλα: ένα κούτσουρο, για να καεί στη σόμπα και να ζεσταθούμε, και μια βέργα, για να σπάσει στα χέρια μας και να «συνετιστούμε».

        

Μια άλλη μέρα για κακή μου τύχη με είδε ο δάσκαλος που εκείνη την ώρα πήγαινε στον κήπο του και με φώναξε να πάω κοντά του. Εγώ πάγωσα από τον φόβο μου, ήξερα πως ερχόταν τιμωρία μεγάλη. «Πόσα πουλιά έχεις στην τσέπη σου, Γιαννιό» με ρώτησε. Πέντε του απάντησα εγώ τρέμοντας από τον φόβο μου. Αύριο το πρωί στο σχολείο να μου το θυμίσεις πριν από το μάθημα μου είπε και έφυγε. Την επόμενη ημέρα σκέφτηκα να κάνω τον άρρωστο και να μην πάω στο σχολείο, μα φοβήθηκα μη γίνουν τα πράγματα χειρότερα και έτσι αποφάσισα να πάω αλλά να κάνω πως ξέχασα, «ίσως να μη το θυμηθεί», είπα.

 

Λίγο όμως προτού τελειώσει το τελευταίο μάθημα φαίνεται πως το θυμήθηκε και πετάχτηκε σαν
ελατήριο από τη θέση του.

«Για έλα εδώ, Γιαννιό, τι σου είπα χθες;»

«Το ξέχασα, Κύριε!» είπα και η καρδιά μου πήγε να σπάσει από το φόβο μου.

«Πόσα πουλιά μου είπες ότι σκότωσες;», με ξαναρώτησε αγριεμένος. «Πέντε,  Κύριε» του απάντησα.

«Πέντε, λοιπόν, βεργιές στα χέρια κι’ άλλες πέντε, γιατί το ξέχασες»

Το μεσημέρι στο φαγητό πώς να κρατήσω το πιρούνι με τα πρησμένα χέρια μου; Μα και οι γονείς μου συνήγοροι του δασκάλου, «καλά σου έκανε» είπαν, ξύλο κι’ αυτοί, μα και για ψύλλου πήδημα τράβηγμα των αυτιών μέχρι να ματώσουν.

Μια φορά θυμάμαι ο δάσκαλος χτύπησε με τη βέργα τα χέρια της κόρης του, που κι’ αυτή ήταν στην
έκτη τάξη, γιατί δεν ήξερε καλά κάποιο μάθημα. Ύστερα όμως από λίγο εκείνη λιποθύμησε και έπεσε από το θρανίο.
Το τι έγινε δεν περιγράφεται! Την πήρε στα χέρια του και άρχισε να τρέχει για το γιατρό. Πιστέψαμε τότε πως ίσως να σταματούσε το κακό, μα αυτός το βιολί του, με το παραμικρό ξύλο. Κάποια άλλη φορά είπε σε κάποιο παιδί να του φέρει μια βέργα από το κτήμα του που ήταν σε κάποια ρεματιά. Έκοψε, λοιπόν, εκείνο μια βέργα από κάποιο δέντρο, την καθάρισε καλά από τον φλοιό της και το πρωί την έφερε στο δάσκαλο. «Πες μου τώρα και το μάθημα» του είπε. Μα για κακή του τύχη έκανε κάποιο λάθος και η βέργα που πριν είχε δώσει στο δάσκαλο εγκαινιάστηκε στα χέρια του.

Το ποτήρι όμως ξεχείλισε ένοιωθα μέσα μου κάτι σαν μίσος για τον δάσκαλο, με δέκα χτυπήματα συνεχόμενα ποτέ κανένα παιδί δεν τιμωρήθηκε. Έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, να τον εκδικηθώ, πώς όμως; Και η ιδέα στο παιδικό μου μυαλό δεν άργησε να έρθει, ένα σχέδιο που έβαλα σε εφαρμογή αμέσως. Μόλις βράδιασε, πήρα κρυφά ένα πριόνι και το φακό μου, και πήγα στο σχολείο. Το κλειδί της πόρτας ήταν πάντα κρεμασμένο μ’ ένα κορδόνι σ’ ένα καρφί δίπλα στην είσοδο. Αφού κοίταξα τριγύρω και βεβαιώθηκα πως δεν με είδε κανένας, ξεκλείδωσα την πόρτα και μπήκα μέσα. Το σχέδιο μου ήταν να πριονίσω την καρέκλα του δασκάλου που βρισκόταν πάνω στην έδρα. Για να μη φανούν όμως ίχνη από το πριόνισμα, πήρα την καρέκλα και βγήκα έξω στην αυλή του σχολείου. Εκεί σε μια γωνιά άρχισα να κάνω τομές στα πόδια της καρέκλας. Αφού τελείωσα και καθάρισα τα ίχνη που άφησα, την έβαλα στη θέση της, κλείδωσα την πόρτα και έφυγα γρήγορα για το σπίτι μου, φροντίζοντας να μη βγω έξω, μα να διαβάσω και καλά τα μαθήματα μου.

 

Την άλλη μέρα από τους πρώτους έφτασα στο σχολείο περιμένοντας τον δάσκαλο. Στην ώρα του, λοιπόν, ανέβηκε στην έδρα, πήρε στα χέρια του τη βέργα, τη χτύπησε δυνατά πάνω στο γραφείο όπως έκανε πάντα και κάθισε στην ετοιμόρροπη καρέκλα. Πού να αντέξει όμως το βάρος του ύστερα από την εγχείρηση που έκανε το πριόνι μου, τα πόδια της διαλύθηκαν κι’ εκείνος βρέθηκε κάτω από την έδρα κρατώντας τη μέση του. Όλα τα παιδιά γελούσαν ασταμάτητα! Αυτό όμως κράτησε λίγο, γιατί μόλις φάνηκε πως η καρέκλα ήταν παγιδευμένη, ποιος είδε το δάσκαλο και δεν φοβήθηκε, μέχρι και την αστυνομία ειδοποίησε. Έναν έναν μας περνούσε από ιερή εξέταση. Για κάποια στιγμή φοβήθηκα, μα πάλι αφού δεν με είδε κανένας δεν θα μπορούσε να με κατηγορήσει ο δάσκαλος, αν και ήμουνα μέσα στους δυο τρεις υποψήφιους δράστες, κατά τη γνώμη του δασκάλου, που στην προκειμένη περίπτωση δεν έπεφτε και έξω.

 

 Όλη η μέρα πέρασε με τον δάσκαλο και έναν χωροφύλακα να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι, για να βρουν τον ένοχο. Στο σπίτι μου η μητέρα μου διαβεβαίωσε το δάσκαλο πως ήμουν στο σπίτι διαβάζοντας όλο το προηγούμενο βράδυ. Τελικά, όσο κι’ αν έψαξε, δεν έμαθε ποτέ ποιος ήταν ο δράστης που τον έριξε από την καρέκλα και να χτυπήσει αρκετά, όπως φαινόταν από το περπάτημα του. Το κακό όμως ήταν πως τα χτυπήματα στα χέρια με τη βέργα από τέσσερα έγιναν έξι και μάλιστα μας χτυπούσε με όλη του τη δύναμη. Αυτό το είχα βάρος στη συνείδησή μου γι’ αυτό και αποφάσισα δεύτερο χτύπημα, πιο δυνατό από το πρώτο…

 

Τον σκορπιό σκέφτηκα. Στο χωριό μου, όποια πέτρα κι’ αν σήκωνες, θα έβρισκες και κάποιον από κάτω με το φαρμακερό του κεντρί στο τέλος της ουράς σηκωμένο πάντα προς τα πάνω. Βρήκα, λοιπόν, έναν αρκετά μεγάλο και τον έβαλα σπρώχνοντας τον μ’ ένα ξύλο σ’ ένα άδειο πακέτο από τσιγάρα. Σκέφτηκα, λοιπόν, σε κάποιο διάλειμμα που ο δάσκαλος έβγαινε έξω να τον ελευθερώσω πάνω στο γραφείο του. Τον έκρυψα, λοιπόν, στην αυλή του σπιτιού μου και την επόμενη ημέρα ξεκινώντας για το σχολείο τον πήρα μαζί μου. Ο δάσκαλος κάθε φορά την ώρα του διαλείμματος, άνοιγε το πακέτο με τα τσιγάρα που ήταν πάντα πάνω στο γραφείο, έπαιρνε ένα και το κάπνιζε έξω στην αυλή. Ήρθε, λοιπόν, το τελευταίο διάλειμμα και έβαλα σε εφαρμογή το σχέδιό μου. Κοίταξα γύρω μου: όλα τα παιδιά έπαιζαν στην αυλή, κανένα μέσα στην τάξη. Πήγα τότε στο γραφείο του, μα σαν είδα το πακέτο με τα τσιγάρα του, άλλαξα σχέδιο. Θαρρώ πως είναι καλύτερα να βάλω τον σκορπιό μέσα στο δικό του πακέτο είπα κ’ άρχισα να σπρώχνω μ’ ένα μολύβι τον σκορπιό αναγκάζοντάς τον να μετακομίσει από το δικό μου πακέτο στο μισογεμάτο του δασκάλου. Πέρασε το διάλειμμα κι’ άρχισε το μάθημα της τελευταίας ώρας, μα εγώ πού μυαλό, τα μάτια μου ήταν καρφωμένα πάνω στο πακέτο με τα τσιγάρα του δασκάλου.

 Ήρθε, λοιπόν, η ώρα και σχολάσαμε, όλα τα παιδιά έτρεχαν να βγούνε έξω μα εγώ καθόμουν στη θέση μου, δεν ξέρω τι έπαθα, σκεφτόμουν πως ίσως και να πέθαινε ο δάσκαλος από το δηλητήριο του σκορπιού,  πράγμα που δεν το ήθελα. Ενώ, λοιπόν, σηκωνόταν από την καρέκλα του και ήταν έτοιμος να πιάσει το πακέτο, έτρεξα προς το μέρος του και με όλη τη δύναμη της φωνής μου του φώναξα: «Μη, Κύριε, μην ανοίξεις το πακέτο μέσα έχω βάλει ένα σκορπιό, μα μετάνιωσα δε θέλω να πάθετε κάποιο κακό». Τότε πρόσεξε πως ήμουν ακόμα μέσα στην τάξη. Με κοίταξε, λοιπόν, καλά- καλά στα μάτια λες και μ’ έβλεπε για πρώτη φορά. Χωρίς να πει λέξη, άνοιξε το πακέτο με προσοχή. Ο τεράστιος σκορπιός άρχισε να κινείται με σηκωμένη την ουρά του. Εγώ τότε άπλωσα τα χέρια μου και του είπα: «Αυτή τη φορά Κύριε, μού αξίζει η τιμωρία και για όσα χτυπήματα θέλετε να μου δώσετε. Πήρε, λοιπόν, τη βέργα στα χέρια του, μα την άφησε πάλι κάτω. «Πες μου, Γιαννιό» με ρώτησε, «αφού με μισείς όπως φαίνεται, γιατί με προειδοποίησες τώρα;»

«Μα σας είπα κύριε, δεν θέλω να πάθετε κακό, λάθος έκανα το μετάνιωσα και σας ζητώ συγγνώμη. Όμως, Κύριε,  θέλω να σας ρωτήσω, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να μάθουμε γράμματα, παρά μονάχα με το ξύλο; Και μάλιστα με τόση δύναμη που να ματώνει κι’ η ψυχή μας;» Αυτός όμως δεν μου απάντησε, πήρε τη βέργα στα χέρια του κι’ άρχισε να την περιεργάζεται λες και την έβλεπε πρώτη φορά. Ποιος ξέρει είπα μέσα μου πόσα χτυπήματα θα μου καταφέρει. Εκείνος όμως την έβαλε πάνω στα απλωμένα χέρια μου και μου είπε να τη σπάσω. Εγώ τα έχασα, «σπάστην» , λοιπόν, μου είπε πάλι, ενώ προσπαθούσε να βρει τον σκορπιό και να τον σκοτώσει, που εν τω μεταξύ είχε πέσει στο δάπεδο.     Την έβαλα, λοιπόν, στη γωνία της έδρας και με το πόδι μου την έσπασα. «Φύγε τώρα να πας στο σπίτι και να διαβάσεις καλά τα μαθήματα σου» μου είπε, ενώ συνέχιζε να ψάχνει το σκορπιό. Έφυγα, λοιπόν, από το σχολείο μα περίμενα λίγο πιο μακριά, για να δω τι θα κάνει ο δάσκαλος. Πέρασε αρκετή ώρα μέχρι που φάνηκε στο δρόμο, να βαδίζει αργά για το σπίτι του. Ποιος ξέρει τι να σκεφτόταν άραγε; Ένα όμως ήταν σίγουρο, το ξύλο κόπηκε μια για πάντα.»

Πηγή: Χαμομηλάκι -Γιάννης Χαρκιολάκης   Επιμέλεια: Μωβ κιμωλία

 

Α. Ασκήσεις επανάληψης της προηγούμενης ενότητας

1.    Εντοπίστε τις προτάσεις και χαρακτηρίστε τις ανάλογα με τη σημασία τους:

(αποφαντική, ερωτηματική, προστακτική, επιφωνηματική)

        •       Γιατί με προειδοποίησες τώρα; 
        •     Ήρθε λοιπόν η ώρα και σχολάσαμε.                                             
        •     Όλα τα παιδιά γελούσαν ασταμάτητα!    
        •     Για έλα εδώ, Γιαννιό, τι σου είπα χθες;   
        •     Την έβαλα, λοιπόν, στη γωνία της έδρας και με το πόδι μου την έσπασα.

 

  2.    Εντοπίστε τις προτάσεις και χαρακτηρίστε τις  ανάλογα με τα συστατικά τους:

(απλή, ελλειπτική, επαυξημένη, σύνθετη)

            • Με κοίταξε, λοιπόν, καλά- καλά στα μάτια. …………………………………………
            • Πέντε του απάντησα. ……………………………………….
            • Αυτός όμως δεν μου
              απάντησε. ………………………………………….
            • Πήρα κρυφά ένα πριόνι και το φακό μου ………………………………..

 

Β. Θέματα συζήτησης  με αφορμή το κείμενο 1 

     1. Ποιος μιλάει ή γράφει;  (πομπός), 

  2. Σε ποιον μιλάει ή γράφει; Σε ποιον απευθύνεται; (δέκτης)

  3. Για ποιο σκοπό μιλάει ή γράφει; (σκοπός)          

4. Ποιο είναι το κεντρικό θέμα (μήνυμα)  και ποιες άλλες απόψεις-ιδέες μεταδίδει;

  5. Ποιο  είναι το βασικό πρόβλημα που αντιμετώπισε στο σχολείο του ο αφηγητής;

 6. Ποια συναισθήματα νιώθει στο σχολείο αυτός και οι συμμαθητές του;   (Να   δικαιολογήσετε την απάντησή σας με παραπομπές στο κείμενο)      

7. Έχετε  νιώσει ανάλογα συναισθήματα στο σχολείο; Τι τα προκάλεσε;

8. Προσπαθήστε να εξηγήσετε την αλλαγή της συμπεριφοράς του δασκάλου.   Γιατί, νομίζετε, ο δάσκαλος  δεν ξαναχρησιμοποίησε τη βέργα;

 

Γ.  Ασκήσεις

1. Να επισημάνετε στο κείμενο ένα χωρίο με:

Μονόλογο

 

Διάλογο

 

Αφήγηση

 

Περιγραφή

 

Σχόλιο

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Δ. Προφορικός και γραπτός λόγος

 

👩👨👧👦

 Τυπικές Διαφορές προφορικού- γραπτού λόγου

Προφορικός λόγος  απροσχεδίαστος

αυθόρμητος

Γραπτός λόγος

Προσχεδιασμένος

επιμελημένος

απλές προτάσεις

απλό λεξιλόγιο

 

 

επαναλήψεις

κενά- παύσεις, δισταγμοί

και γεμίσματα (εεεεε, επίσης, χμ,
δηλαδή, κοίτα κ.ά)

 

ελλειπτικές προτάσεις

ανολοκλήρωτες φράσεις

Ελεύθερη δομή της πρότασης

π.χ. Την γ άσκηση λάθος την έκανα…
Τόσο διάβασμα!

 

τροποποίηση της σύνταξης

καθημερινό φυσικό  ύφος

ενεργητική σύνταξη

παρατακτική σύνδεση (και, αλλά, μα)

 

 

Περίπλοκη σύνταξη

Λέξεις με ακρίβεια, επιλεγμένες και
τοποθετημένες με σκέψη: έκφραση και σύνταξη που την έχω μελετήσει.

Αποφυγή επαναλήψεων

 

Πυκνότητα νοημάτων

Χωρισμός σε παραγράφους

 

Τυπική δομή της πρότασης: Υ -Ρ-Α/Κ
π.χ. Έκανα λάθος την γ΄ άσκηση στο διαγώνισμα, αν και είχα διαβάσει πολύ.

 

Παθητική σύνταξη

ύφος επίσημο (ανάλογα με την περίσταση)

Υποτακτική σύνδεση (όταν, επειδή, εφόσον, ώστε)

                                      

       
Δ.1. Γράψε ένα sms σε έναν φίλο/ φίλη σου με σκοπό να βγείτε βόλτα

Δ.2. Γράψε ένα sms στο κηδεμόνα σου, για να ζητήσεις να βγεις μια βόλτα.

Δ.3. Γράψε ένα sms σε ένα αγαπημένο σου πρόσωπο με σκοπό να ζητήσεις συγγνώμη για κάτι.

Δ.4. Σε ποια από τις παραπάνω περιπτώσεις σκέφτηκες περισσότερο τις λέξεις και τη σύνταξη του μηνύματος; Πώς θα χαρακτήριζες το μήνυμά σου: έχει περισσότερα στοιχεία προφορικού ή γραπτού λόγου και γιατί;

 

 

 👭👬👪👫