“Ενδελεχής” – Μια λέξη εξομολογείται
|
Ενδελεχής |
Ενδελεχής (αρχαία λ. ἐνδελεχής < ἐν + δέλεχος, ομόρριζο των αρχ. δολιχός “μακρύς” και δόλιχος « (μακρός) δρόμος αντοχής») = συνεχής, επίμονος, επιμελής, φροντισμένος, προσεγμένος (για έρευνες, μελέτες, πνευματικές εργασίες )