Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του
Το «Στο παιδί μου» ανήκει στην ποιητική συλλογή «Ο Στόχος», η οποία δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο πλαίσιο της αντιστασιακής συλλογικής έκδοσης «Δεκαοκτώ Κείμενα». (Κέδρος, 1971). Τα Δεκαοχτώ κείμενα ήταν η πρώτη πράξη ομαδικής δημόσιας καταγγελίας και διαμαρτυρίας των πνευματικών ανθρώπων κατά της Απριλιανής δικτατορίας. Ο Στόχος περιλαμβάνει 13 ποιήματα και το συγκεκριμένο είναι το δεύτερο στη σειρά. Το ποίημα «Στο παιδί μου» αποτελεί μια πολιτική αλληγορία και παράλληλα ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της ποιητικής του Μ. Αναγνωστάκη. Ο δημιουργός διατυπώνει τη θέση του για τον κοινωνικό ρόλο της ποίησής του, που θέλει να είναι διαφωτιστικός και καθοδηγητικός.
Ενδεικτική προσέγγιση – Ανάλυση του κειμένου
Ο ποιητής δηλώνει κατηγορηματικά ότι στα παιδιά δεν αρέσει το ψέμα και έχουμε χρέος να τους λέμε την αλήθεια. Η γνήσια αγωγή και ο σεβασμός προς μια άλλη οντότητα επιβάλλει να τους παρουσιάζουμε την πραγματικότητα όπως είναι. Στην πραγματικότητα όμως ο ποιητής δεν εκθέτει τις παιδαγωγικές του αρχές, ούτε εκφράζει την πατρική του στοργή προς ένα πλάσμα. Ο ποιητής μιλάει αλληγορικά, υπονοώντας στην ουσία ότι οι πνευματικοί άνθρωποι έχουν χρέος να λένε την αλήθεια στο λαό, να εκθέτουν γυμνή την πραγματικότητα, ώστε να γίνει πνευματικά ανεξάρτητος και ώριμη πολιτική δύναμη.
Στο παιδί μου: ο τίτλος είναι κειμενικός, δηλαδή αντλήθηκε από το σώμα του ποιήματος. Μάλιστα, στο ποίημα επαναλαμβάνεται δύο φορές. Θυμίζει αφιέρωση, σαν να πρόκειται ο ποιητής να απευθυνθεί στο δικό του παιδί ή σαν να πρόκειται όσα πει να αφορούν μόνο στο δικό του παιδί. Όμως στην πραγματικότητα το μήνυμα του ποιήματος δεν είναι προσωπικό. Δεν απευθύνεται σε ένα πρόσωπο, αλλά σε μια ευρύτατη κοινότητα ανθρώπων, που οι φορείς της εξουσίας, πολιτικής και πνευματικής, την παραπλανούν. Η κοινότητα αυτή είναι ο λαός ή κατά μια άλλη ερμηνεία, ο λαός της Αριστεράς. Ο ποιητής αισθάνεται ότι η σχέση λαού και πνευματικού ανθρώπου είναι σχέση πατρική. Ο λαός έχει ανάγκη την καθοδήγηση και τον προσανατολισμό και ο ποιητής αυτοδεσμεύεται ότι θα ανταποκριθεί στο αίτημά του.
Το ποίημα είναι πολύ σύντομο. Η συμπύκνωση των ιδεών και η λιτότητα είναι ένα από τα θεμελιώδη ποιοτικά χαρακτηριστικά της ποιητικής του Αναγνωστάκη και με κάθε νέα συλλογή του έδειχνε να προσεγγίζει ολοένα και περισσότερο αυτό το στόχο. Μας έχει δώσει και τετράλεξα ή και μονόλεξα ποιήματα. Το συγκεκριμένο ποίημα αποτελείται από εννέα αναπτυγμένους στίχους,(από 5 έως 10 λέξεις).Είναι πολυδιασπασμένο σε μικρότερες ποιητικές περιοχές, μονόστιχες, δίστιχες, τρίστιχες. Αποτελεί ένα αδιαίρετο όλον και δεν χωρίζεται σε ενότητες.
Μια πρώτη ανάγνωση, που βασίζεται στην κυριολεξία, οδηγεί στη θεώρηση του ποιήματος ως μικρής ποιητικής παιδαγωγικής πραγματείας, στην οποία δηλώνονται οι αρχές του ποιητή, για τον υγιή τρόπο ανατροφής του παιδιού του. Όμως, ακόμη και ξεκομμένο από τις ιστορικές συνθήκες που γέννησαν το ποίημα (δικτατορία, σκοταδισμός, σύγχυση, φίμωση του τύπου, ελεγχόμενη διακίνηση ιδεών), υποβάλλει το πραγματικό του μήνυμα ιδιαίτερα στους στίχους 4,5, 7 και 8. Ο ποιητής δεν κυριολεκτεί, αλλά χρησιμοποιεί τη γλώσσα της αλληγορίας. Ο πατέρας του ποιήματος υποδηλώνει τον ποιητή και το παιδί σημαίνει το λαό του, δηλαδή τους αναγνώστες του, Αν λάβουμε υπόψη μας ότι το ποίημα ανήκει στην εποχή της δικτατορίας και ο Αναγνωστάκης ήταν, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Δ. Μαρωνίτης, «πολιτικός της ποίησης και ποιητής της πολιτικής», μπορούμε να εξηγήσουμε το ποίημα ως απαρχή μιας προσπάθειας ιερής να γαλουχήσει ο ποιητής το κοινό του. Αυτό το αντιλαμβάνεται ως ηθικό, πολιτικό και ποιητικό του χρέος. Η ποίηση είναι “απόδειξη, όχι επίδειξη”, όπως έγραψε ο .ίδιος. Η αλήθεια είναι απόδειξη πολιτικής ηθικής και εντιμότητας. Το μέσον, για να φωτίσει το κοινό του είναι η ποίηση. Ο τρόπος, με τον οποίο θα το πετύχει, χωρίς παραμύθια, υπερβολές και ωραιοποιημένες αλήθειες, παρά λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους, ορίζει και τις βασικές αρχές της ποιητικής του. Γι’ αυτό και το «Στο παιδί μου» αποτελεί συγχρόνως ένα χαρακτηριστικό ποίημα ποιητικής και ένα ποίημα πολιτικής και ποιητικής ηθικής.
Ο ποιητής χρησιμοποιεί μια σειρά από τυπικά παραμυθιακά μοτίβα και χαρακτήρες, έτσι, ώστε από τον συμβολισμό τους σαρκώνεται στο μυαλό του αναγνώστη κάθε μορφή ψεύτικης κοινωνίας, την οποία το κοινό του απορρίπτει: μια κοινωνία ειδυλλιακή, μια κοινωνία, όπου τάχα οι ισχυροί μπορούν να καταπνίξουν τη φωνή του, αλλά και μια κοινωνία, όπου το καλό δοκιμάζεται και στο τέλος πάντα θριαμβεύει.
«Τώρα», δηλαδή σε μια ταραγμένη εποχή, κοινής έξαρσης και μεγάλων προσδοκιών, αφού πολλοί προσπάθησαν να παραπλανήσουν και να εξαπατήσουν το παιδί, ο ποιητής συναισθάνεται το πνευματικό του χρέος και διαχωρίζει τη θέση του από κάθε έναν που ποδηγετεί το λαό με την απόκρυψη της αλήθειας. Τα ενεργητικά ρήματα τονίζουν ότι τώρα αποδύεται σε μια συστηματική, δυναμική, συνεχή προσπάθεια φωτισμού του πολύπλαγκτου λαού. Λέει τα πράγματα με το όνομά τους, για να γνωρίσει τους αληθινούς εχθρούς του, να τιμά τους γνήσιους αγωνιστές, ώστε ελεύθερο και αχειραγώγητο να αγωνίζεται, να πιστεύει, ν’ αμφισβητεί, να αναθεωρεί και να προοδεύει. Έτσι όπως ο Jean Paul Sartre δήλωνε: «η αλήθεια είναι επαναστατική, οι μάζες έχουν το δικαίωμα της αλήθειας», Πολλή συζήτηση έχει γίνει για τη νοηματική ευρύτητα της λέξης «παιδί». Άλλοι αντιλαμβάνονται τη λέξη ως ποιητική μεταφορά του ευρύτατου αναγνωστικού κοινού του Αναγνωστάκη, το οποίο δεν ήταν ούτως ή άλλως τόσο περιχαρακωμένο, όσο άλλων αριστερών ποιητών. Άλλοι μελετητές υποστηρίζουν ότι ο ποιητής αισθάνεται την ανάγκη στις κρίσιμες ώρες που διανύει η Ελλάδα να επικοινωνήσει σε άλλη βάση με το παιδί του, με τους ομοϊδεάτες του αριστερούς, Ο ποιητής αγανακτισμένος από τους αριστερούς διανοούμενους και ομότεχνούς του, που εξιδανικεύουν την πολιτική της αριστεράς και κολακεύουν την επίσημη γραμμή της, αποφασίζει να πει την αλήθεια με οποιοδήποτε κόστος. Ένα από τα επιχειρήματά των μελετητών, εκτός από τις ιστορικές παραμέτρους της εποχής, είναι ο μοναχικός ενικός των στίχων 5-8. Οι στίχοι αυτοί παρουσιάζουν τον ποιητή, μόνο από όλους τους υπόλοιπους να διαφοροποιείται και να ακολουθεί την μοναχική διαδρομή του πιστός στη συνείδησή του και τις αρχές του. Και μόνο στο τέλος, στην κατακλείδα, να προβάλλει απαιτητικό το μήνυμα της αναγκαιότητας της αλήθειας, καλώντας και άλλους πνευματικούς ανθρώπους να τον ακολουθήσουν.
Η γλώσσα είναι απλή, φυσική, πεζολογική, χωρίς ιδιαίτερη επιμέλεια και απογυμνωμένη από εκφραστικά στολίδια με μόνη εξαίρεση την παρομοίωση: «ονόματα σαν προσευχές» και τη μεταφορά: «του τραγουδώ τους νεκρούς μας» και αληθινά πρωτότυπη. Ο ποιητής φροντίζει να συμπυκνώνει τα νοήματα και δεν αγαπά τη φλυαρία. Έχει εσωτερικό ρυθμό, άμεσα αντιληπτό και σε συνδυασμό και με την απλότητά του εντυπώνει το ποίημα εύκολα στη μνήμη. Η φυσικότητα και η αμεσότητά του ποιητικού λόγου έχει ως αποτέλεσμα ο αναγνώστης να υποδέχεται το μήνυμα μέσα σε ποιητική ατμόσφαιρα καθημερινής φιλικής συζήτησης.
Το ύφος είναι απλό, φυσικό, πιστό στο ήθος του καθημερινού λόγου. Ο τόνος είναι εξομολογητικός στην αρχή και στη συνέχεια γίνεται κατηγορηματικός και αποφασιστικός.
Το ποίημα έχει ελεύθερο στίχο. (βλέπε τα μορφικά και ουσιαστικά χαρακτηριστικά του ελεύθερου στίχου στις προηγούμενες θεματικές ενότητες) Γενική αποτίμηση του ποιήματος Αν και το ποίημα γράφτηκε σε εποχή ιστορικά πια ξεπερασμένη, ωστόσο παραμένει αρυτίδωτο, όπως και όλα τα ποιήματα του Μ. Αναγνωστάκη. Το συγκεκριμένο δεν φαίνεται αντιπροσωπευτικό της ήττας της ποίησης, γιατί η ομιλούσα φωνή, ο ποιητής, διατηρεί ακέραια την πίστη του σε ένα ιδανικό, την αλήθεια. Άρα παραμένει πεισματικά αισιόδοξος.
Η αλήθεια είναι το αντίθετο του ψέματος, της πλάνης, του παραμυθιού. Η ηθική αξία της αλήθειας είναι ότι δεν διαστρεβλώνει την πραγματικότητα, δεν εξιδανικεύει τα πρόσωπα, δεν προτείνει τη λογική του άσπρου-μαύρου και δεν καλλιεργεί την αυταπάτη ότι ο ήρωας στο τέλος δικαιώνεται. Η αλήθεια είναι μια έντιμη πράξη, μια έκφραση αγάπης και σεβασμού προς τον άλλο, γιατί τον προετοιμάζει για τις δοκιμασίες της ζωής και γιατί του αναγνωρίζει το δικαίωμα να ξέρει, να κρίνει και να αποφασίζει. Η αλήθεια είναι επίσης εκτός από κοινωνικό αίτημα, βαθιά ψυχολογική και πνευματική ανάγκη, γι αυτό και «στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια»
Στον πρώτο στίχο ο ποιητής δημιουργεί την εντύπωση ότι αναφέρεται στο παραμύθι με την πρώτη σημασία. Καλλιεργεί στους πρώτους στίχους αυτή την αίσθηση και την ενισχύει με την αναφορά σε χαρακτηριστικά μοτίβα των παραμυθιών: ο δράκος, ο λύκος κ.λ.π. Στη συνέχεια όμως, από τον τέταρτο στίχο, γίνεται φανερό ότι το «παραμύθι» χρησιμοποιείται αλληγορικά και ταυτίζεται με το ψέμα.
α) Το τρίτο πληθυντικό υποδηλώνει ένα σύνολο ανθρώπων που έλεγαν στο παιδί και σε κάθε παιδί ψέματα. Είναι μάλιστα αυτοί που η αλήθεια δεν ήταν απλή ηθική και κοινωνική υποχρέωσή τους, όπως του καθενός μας, αλλά σύμφυτη με το έργο τους και τη θέση τους. Αυτοί είναι οι πνευματικοί και πολιτικοί ηγέτες, οι οποίοι ορίστηκαν να καθοδηγούν και να φωτίζουν το λαό και αντ΄ αυτού τον κρατούν στο σκοτάδι. Κατά μια άλλη προσέγγιση, με την οποία δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στο πολιτικό- κομματικό σχόλιο του ποιήματος, με το τρίτο πληθυντικό ο ποιητής υποδεικνύει έμμεσα αριστερούς (πνευματικούς και πολιτικούς ανθρώπους), που δεν ασκούν ελεύθερη και ειλικρινή κριτική στην επίσημη πολιτική του κόμματος. β) Το «τώρα» είναι κρίσιμο, γιατί ο ποιητής θα αντισταθεί στο ψέμα και την απάτη και θα πει τα πράγματα με το όνομά τους.
Ο ποιητής αναφέρεται σε τυπικά μοτίβα των παραμυθιών: στο δράκο, το πιστό σκυλί, τον άγριο λύκο, στην Πεντάμορφη και τα ταξίδια της. Σχολιασμός διαθεματικών εργασιών- Παραδείγματα απαντήσεων
Άκουσα παραμύθια σε νηπιακή ηλικία από τους γονείς μου. Η μητέρα μου συνήθιζε να μας διαβάζει παραμύθια, σε μένα και τα αδέλφια μου, όταν είχε ελεύθερο χρόνο και ήταν ξεκούραστη. Ο πατέρας μου προτιμούσε να μας διηγείται ιστορίες αυτοσχέδιες, που έμοιαζαν με τα κλασικά παραμύθια, αλλά τις μπόλιαζε με δικά του στοιχεία. Διατηρώ υπέροχες αναμνήσεις από τις στιγμές εκείνες και καμιά φορά τις νοσταλγώ. Νιώθω ότι αυτή η οικογενειακή συνήθεια μάς έδεσε με άλλο τρόπο. Δεν αισθάνομαι ότι με έβλαψαν τα παραμύθια. Πιστεύω ότι ο άνθρωπος χρειάζεται να δραπετεύει πού και πού από την πραγματικότητα και να βρίσκει καταφύγιο στο όνειρο και το μύθο. Γι΄ αυτό μεγαλώνοντας αναπληρώνει το παραμύθι και ικανοποιεί αυτήν την ανάγκη με τον κινηματογράφο ή τη λογοτεχνία. Όμως, αν ένα παιδί δεν αντλεί πληροφορίες για τον κόσμο και από άλλες πηγές παρά μόνο από το παραμύθια, τότε μεγαλώνει άοπλο και καταδικασμένο.
Η σχέση που περιγράφει ο Αναγνωστάκης φαίνεται σχέση αγάπης και πάνω απ’ όλα εμπιστοσύνης. Ο πατέρας αρνείται να παραπλανά το παιδί του και να εξωραΐζει την πραγματικότητα. Αν το έκανε αυτό, θα κρατούσε το παιδί του για πάντα πνευματικά εξαρτημένο και ελεγχόμενο από εκείνον αλλά και οποιονδήποτε επίδοξο προστάτη. Αυτό δείχνει και ότι σέβεται το παιδί του και ότι πιστεύει στην κρίση του και τη δύναμή του να αντέχει την αλήθεια, που δεν είναι πάντα ευχάριστη. Το γεγονός μάλιστα ότι ο πατέρας ανταποκρίνεται σε ένα αίτημα του παιδιού, που από μόνο του ζητά την αλήθεια, δείχνει μια σπάνια σχέση κατανόησης και ουσιαστικής επικοινωνίας. (Απαντήστε με ειλικρίνεια και αμεσότητα. Η ακόλουθη απάντηση παρατίθεται ενδεικτικά, κυρίως ως προς τη δομή της, όχι το περιεχόμενο) Οι δικοί μου δεν μου στέρησαν τα παραμύθια. Δεν μου στέρησαν όμως ούτε και την αλήθεια. Ικανοποιούσαν τις απορίες μου και των αδελφών μου πάντα με ευθύνη και προσοχή με τρόπο ταιριαστό στην ηλικία μας. Δεν είχαν και δεν έχουν απάντηση για όλα, αλλά όταν δεν ήθελαν ή δεν ήξεραν να δώσουν μια απάντηση, παραδέχονταν απλώς το λόγο. Δείχνουν πίστη και εμπιστοσύνη σε μένα και λαμβάνουν υπόψη τους τη γνώμη μου. Όπως και στο ποίημα, έτσι και στην οικογένειά μου οι δικοί μου κατέβαλλαν προσπάθεια να μας δείξουν τους κινδύνους και την ομορφιά της ζωής. Μας μαθαίνουν να αναγνωρίζουμε, να τιμάμε και να σεβόμαστε τους επιφανείς και κυρίως τους άσημους αγωνιστές της ζωής.
Βάνα Δουληγέρη
Θέλω ν΄ακούσω τον ποιητή:
Δείτε και μια ξενάγηση στη ζωή και το έργο του ποιητή από το ίδρυμα της Βουλής |
||||||||||||||