Γιατί ο συγγραφέας ονομάζει τις συνοικίες
της Καβάλας «χαλασμένες γειτονιές» και γιατί πιστεύει ότι «σύντομα θα μας
εκδικηθεί το παρελθόν»;
είναι χαλασμένες, γιατί τις κατέστρεψε η πρόοδος, η ανάπτυξη και η αξιοποίηση.
Τα μικρά σπίτια με το τοπικό χρώμα
αντικαταστάθηκαν από τις θλιβερές
πολυκατοικίες, που χτίστηκαν γρήγορα, πρόχειρα και με μικρό κόστος έτσι, ώστε η
πόλη να προλάβει την ανάπτυξη, σε μια εποχή που οι άλλες
πόλεις είχαν ήδη
αρχίσει να μπαίνουν στην τροχιά της. Είναι «χαλασμένες συνοικίες», γιατί
κατεδαφίστηκε οτιδήποτε είχε δημιουργήσει η έμπνευση και η εμπειρία των ντόπιων
και σβήστηκαν τα χνάρια της τοπικής Ιστορίας. Μέσα σε μια δεκαετία οι ζωντανές
μαρτυρίες της παράδοσης, το τοπικό χρώμα, η αισθητική και η λειτουργικότητα της
πόλης, όλα εκείνα τα στοιχεία που την έκαναν όμορφη, ξεχωριστή και κυρίως βιώσιμη πόλη εξέλειψαν. Τώρα η Καβάλα παρουσιάζει μια εικόνα αλλοιωμένη που δεν
έχει κανένα ενδιαφέρον για τους κατοίκους της.
τους ανθρώπους για όλες αυτές τις παρεμβάσεις και τις αυθαιρεσίες. Η εκδίκηση θα είναι πολυδιάστατη. Θα έχει την μορφή της
ανεργίας, αφού το εμπόριο καπνού, ο θεμέλιος λίθος της οικονομίας της Καβάλας,
παρήκμασε. Επίσης, η εκδίκηση θα έχει τη μορφή των επίμονων αναμνήσεων
και της νοσταλγίας. Οι κάτοικοι θα θυμούνται τις καλές στιγμές του παρελθόντος
και θα τις συγκρίνουν με το παρόν τους. Θα νοσταλγούν την πόλη που ήταν για να
την περπατάς, να τη θαυμάζεις και να τη χαίρεσαι. Όταν στρέφουν το βλέμμα τους
γύρω τους, δεν θα αναγνωρίζουν σχεδόν τίποτα
από τη λαϊκή κουλτούρα, την ιστορική κληρονομιά τους, ή από το σκηνικό
των παιδικών παιχνιδιών τους. Η πόλη τους, υπόδειγμα της νέας οικιστικής
αισθητικής, θα είναι πανομοιότυπη με τόσες άλλες. Και ακόμη χειρότερα, η ζωή σε μια τέτοια
τσιμεντούπολη θα τους επιβαρύνει με ψυχολογικές συνέπειες. Η νευρικότητα, η υπερένταση, η επιθετικότητα και
το άγχος, που έχουν γίνει ήδη αισθητά στα «φυλακισμένα» παιδιά, θα ενταθούν και
θα εξαπλωθούν.
τις λέξεις «ανάπτυξη» και «αξιοποίηση»;
λέξεις «ανάπτυξη» και «αξιοποίηση» με ειρωνική διάθεση. Θέλει να απεκδύσει τις
λέξεις από τη θετική τους σημασία και να προβάλει την άλλη τους όψη. Στην
πραγματικότητα, δηλαδή, προφέρει τις λέξεις αυτές απαξιωτικά και είναι
συνώνυμες της κερδοσκοπίας και της εκμετάλλευσης. Η «ανάπτυξη» και η «αξιοποίηση»
χρησιμοποιούνται συνήθως ως δέλεαρ από επιτήδειους, που θέλουν να κερδίσουν εις
βάρος του κοινού καλού, προκειμένου να πειστεί ο λαός να θυσιάσει βασικά αγαθά
και θεμελιώδη δικαιώματα, για να αποκτήσει τάχα ένα καλύτερο αύριο. Η
αξιοποίηση και η ανάπτυξη συνδέονται κατά κανόνα με την οικονομική πρόοδο και
όχι με την ποιότητα ζωής.
Κάτι τέτοιο συνέβη και στην Καβάλα του αφηγήματος. Η ανάπτυξη και η
αξιοποίηση εξαφάνισαν τη γειτονιά, στη θέση της οποίας υψώθηκαν οι μεγάλες,
άχαρες πολυκατοικίες, με κύριο αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό των ανθρώπων σε
σπίτια- φυλακές, την ελλειμματική επικοινωνία μεταξύ τους και την
ψυχική τους αποξένωση. Τα μικρά παραδοσιακά σπίτια, που ζωντάνευαν την
ιστορία και το λαϊκό πολιτισμό του τόπου ισοπεδώθηκαν. Οι ιδιαιτερότητες της
περιοχής, που ξυπνούσαν το ενδιαφέρον κάθε επισκέπτη ισοπεδώθηκαν. Οι αλάνες
που αποτελούσαν τόπο συνάντησης και ψυχαγωγίας των παιδιών, συρρικνώθηκαν σε
μια «μικρή γωνιά», η οποία καλείται χωρίς επιτυχία να ικανοποιήσει τη ζωτική
τους ανάγκη για παιχνίδι. Το πράσινο που άλλοτε έδινε ζωντάνια και χρώμα στην
καθημερινότητά τους περιορίστηκε σε
μερικά ίχνη χλόης. Ο ανοιχτός χώρος, που άφηνε το μάτι να ξεκουραστεί και
άπλωνε μπροστά τους τη θέα του Αιγαίου, οικοπεδοποιήθηκε και ανοικοδομήθηκε. Όλα
παραχώρησαν τη θέση τους στην κακώς
εννοούμενη ανάπτυξη και αξιοποίηση.
Λιμάνι Καβάλας (1850-1913) (Η φωτογραφία αντλήθηκε από τις “Σελίδες Ιστορίας και Επιστήμης”) |
3.
Ποια προβλήματα της πόλης αναφέρει ο
συγγραφέας στο απόσπασμα; Σε ποιο δίνει ιδιαίτερη έμφαση;
αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Οι πολυκατοικίες, ευτελείς και πρόχειρες, μοιάζουν σαν φυλακές. Οι
ένοικοί τους ασφυκτιούν, μαραζώνουν, καταπιέζονται και απομονώνονται. Οι
αστικές συνήθειες, όπως τα κοινόχρηστα, η αντιπαροχή τούς επιβαρύνουν με
επιπλέον άγχος και προβληματισμό. Η προχειρότητα και η άναρχη δόμηση αφήνουν
ανικανοποίητες τις αισθητικές τους ανάγκες.
αυθαιρεσίες των εκσυγχρονιστών και των κερδοσκόπων. Ακόμη και εμπρησμοί των δασών καταγράφονται με
σκοπό την οικοπεδοποίηση. Η έλλειψη πράσινου και ελεύθερων χώρων ψυχαγωγίας,
για να παίζουν τα παιδιά, τους στερεί τη χαρά του παιχνιδιού, την ανεμελιά και
την ομαδικότητα, την αίσθηση ελευθερίας.
όλα τα παραπάνω, ο Χαρπαντίδης δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην έλλειψη χώρων
παιδικής αναψυχής, αφού και αυτός όταν ήταν παιδί αναζητούσε τόπους, για να
παίξει και μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει να μην έχεις ανοιχτό χώρο για ξέγνοιαστο
παιχνίδι και μάλιστα μέσα στη φύση. Ένας επιπλέον λόγος, για τον οποίο
τοποθετεί στην κορυφή των προβλημάτων την έλλειψη χώρων παιδικής αναψυχής, είναι αυτό που τώρα συνειδητοποιεί ο
συγγραφέας παρατηρώντας τα παιδιά της σύγχρονης Καβάλας να παίζουν. Βλέπει την
αρνητική επενέργεια της «μοντέρνας» πόλης στον ψυχισμό τους. Τα παιδιά δεν
χαλαρώνουν, δεν εκτονώνονται δημιουργικά με το παιχνίδι, αλλά γίνονται νευρικά
και επιθετικά.
«φυλακισμένων» παιδιών που περιγράφει ο συγγραφέας. Γράψτε ένα κείμενο, το οποίο
να εκθέτει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζετε εσείς στην πόλη, όπου ζείτε. Αν
ζείτε σε κωμόπολη ή χωριό, γράψτε ποια είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν
τα παιδιά που μεγαλώνουν σε πόλεις.
στην θεωρητικά προνομιούχα γενιά, που ζει σε μια μεγάλη πόλη, σαν κι αυτή που
ονειρεύτηκαν οι γονείς μου, όταν αποφάσισαν να αναζητήσουν την τύχη τους μακριά
από τη μικρή τους κωμόπολη, αλλά και σαν κι αυτή που ονειρεύονται πολλοί φίλοι
μου από τον τόπο καταγωγής των γονιών μου. Έχω λοιπόν τη δυνατότητα εύκολης και
γρήγορης μετακίνησης, το σχολείο μου απέχει μόλις λίγα μέτρα από το σπίτι, Έχω
άμεση πρόσβαση σε οποιοδήποτε χώρο ψυχαγωγίας, άθλησης, σε οποιαδήποτε
βιβλιοθήκη ή πολιτιστικό κέντρο θα μπορούσε να μού προσφέρει κάτι. Έχω
απεριόριστες δυνατότητες επιλογής απασχόλησης για τον ελεύθερό μου χρόνο.
κάθε καλοκαίρι, που επισκέπτομαι την περιφέρεια, πιάνω τον εαυτό μου να
ζηλεύει τους συνομήλικούς μου. Συχνά αισθάνομαι ότι εκείνοι είναι οι
προνομιούχοι και όχι εγώ. Εμείς, τα παιδιά της «τσιμεντούπολης», αντιμετωπίζουμε
αρκετά προβλήματα. Είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε σε διαμερίσματα – φυλακές, που
τυπικά έχουν όλες τις ανέσεις, αλλά ουσιαστικά είναι περιορισμένα σε χώρο
γεωμετρικά καθορισμένο και αυστηρά προδιαγεγραμμένο. Αυτό περιορίζει τις
ελευθερίες μας και καθορίζει ακόμη και
τα παιχνίδια μας, που είναι συνήθως μοναχικά, μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή ή
τηλεόρασης. Από την άλλη μεριά, δεν κάνουμε εύκολα παρέες με άλλα παιδιά, είτε
από φόβο προς τον διπλανό μας είτε λόγω έλλειψης ελεύθερου χρόνου.
φιλία μεταξύ των ανθρώπων, αποτελεί παρελθόν, αφού αρκετούς από τους ενοίκους
της πολυκατοικίας μας δεν τους γνωρίζουμε και, το σπουδαιότερο, δεν επιδιώκουμε
να τους προσεγγίσουμε. Η αυξημένη εγκληματικότητα μάς αναγκάζει από μικροί να
στοιβαζόμαστε σε παιδότοπους ή σε μικρές παιδικές χαρές ή στην καλύτερη
περίπτωση στο πλησιέστερο γήπεδο έτσι,
ώστε να μπορέσουμε να χαρούμε το παιχνίδι και την επικοινωνία . Το πράσινο και
την εξοχή μάταια προσπαθούμε να υποκαταστήσουμε με μια βόλτα στο πάρκο ή τις
γλάστρες, που με τόση νοικοκυροσύνη και αφοσίωση φροντίζει ο πατέρας μου
στο…μπαλκόνι. Ο καθαρός αέρας είναι ένα
τάμα, που μας κάνει ο πατέρας μου κάθε Σαββατοκύριακο στις σύντομές μας
αποδράσεις. Όσο πιο μακριά από την πόλη μας ταξιδεύουμε, τόσο πιο κερδισμένοι
νιώθουμε. Δεν είναι υπερβολή, αλλά ακόμα και την ανατολή και δύση του ηλίου δεν
μπορούμε να την απολαύσουμε και αντιλαμβανόμαστε τις εποχές, πρώτα ημερολογιακά
και μετά με τις αισθήσεις μας.
εξελιγμένη. Σκέφτομαι ότι, αν μπορούσαμε να συνδυάσουμε τα προνόμια της πόλης
με τα αγαθά της φύσης, θα ζούσαμε σε ιδανική πολιτεία… ]