Ποιες είναι οι λέξεις-κλειδιά που μας είναι αναγκαίες για να προσανατολιστούμε μέσα στη σύγχυση των καιρών μας; Το ερώτημα αυτό απηύθυνε ο συντάκτης της ιταλικής εφημερίδας «La Repubblica» Φράνκο Μαρκοάλντι στον μεγάλο κριτικό και στοχαστή Τζορτζ Στάινερ. Ακολουθεί ένα απόσπασμα από την απάντηση που έδωσε ο Στάινερ.
«Θα ξεκινούσα από μια από τις πιο απλές και πιο μικρές λέξεις του λεξιλογίου: τη λέξη “όχι”. Έχουμε χάσει την τέχνη να λέμε “όχι”.
Όχι στην ωμότητα της πολιτικής, όχι στην τρέλα των οικονομικών αδικιών που μας περιβάλλουν, όχι στην εισβολή της γραφειοκρατίας στην καθημερινή μας ζωή. Όχι στην ιδέα ότι μπορούν να γίνονται αποδεκτοί ως φυσιολογικοί οι πόλεμοι, η πείνα, η παιδική σκλαβιά. Υπάρχει μια πελώρια ανάγκη να ξαναρχίσουμε να προφέρουμε αυτή τη λέξη. Κι όμως, είμαστε ανίκανοι γι’ αυτό. »
Πιστέψτε με, τρομάζω μπροστά στην ενδοτικότητα τόσων καθώς πρέπει προσώπων, που έχουν μεταμορφωθεί σε πρωταθλητές της μοιρολατρίας. Που δηλώνουν ανοιχτά το σκεπτικισμό τους σχετικά με το ανώφελο της διαμαρτυρίας, λες και το να διαμαρτύρεται κανείς έχει γίνει κάτι το ενοχλητικό.
»Οι μεγαλύτερες όμως προσωπικότητες του καιρού μας, ο Νέλσον Μαντέλα, ο Βάτσλαβ Χάβελ, δεν ένιωσαν ποτέ αυτόν τον τύπο της ενόχλησης. Ωστόσο, η οικογένεια και το σχολείο, για να μη μιλήσουμε για όλο το σύστημα των μέσων μαζικής επικοινωνίας, μεταδίδουν συστηματικά αυτόν τον ιό. Μας προδιαθέτουν για τον πιο ολικό κομφορμισμό.
»Γι’ αυτό είναι θεμελιώδες να ξαναρχίσουμε την αντίσταση ενάντια στα ψεύτικα είδωλα του καιρού μας. Ξεκινώντας από το κυριότερο: το χρήμα. Χρειάζεται να αντισταθούμε στο φασισμό του χρήματος. Μιλώ για φασισμό, γιατί δεν βρίσκω πιο κατάλληλο όρο για να περιγράψω την καταιγιστική διάδοση μιας λογοκριτικής και δεσποτικής εξουσίας. Σήμερα όλα μυρίζουν χρήμα.
»Η ίδια η πολιτική εξουσία βρίσκεται στα χέρια του χρήματος. Κάτι γνωρίζετε γι’ αυτό εσείς στην Ιταλία. Αλλά και άλλα έθνη δεν είναι απρόσβλητα από τον κίνδυνο μιας τέτοιας παρέκκλισης. Σας αναφέρω ένα πρόσφατο παράδειγμα: Πρόσφατα είδαμε να κλείνουν τράπεζες και εργοστάσια. Είδαμε εκατοντάδες χιλιάδες πρόσωπα να χάνουν τη δουλειά τους και ταυτόχρονα παρακολουθήσαμε το επαίσχυντο θέαμα
των διευθυντικών στελεχών που αποχωρούσαν εισπράττοντας πελώρια ποσά ως μπόνους.
»Δεν είναι απόλυτο αίσχος; Θα ευχόμουν μπροστά σε όλα αυτά να υψωνόταν ισχυρό από τους δρόμους και τις πλατείες το “όχι”. Αντίθετα, όμως, κυριάρχησε η συνήθης θλιβερή παθητικότητα. Προφανώς το άτομο παραμένει παθητικό επειδή έχει την αίσθηση ότι βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα σχηματισμό ανώνυμων δυνάμεων τόσο ισχυρό ώστε να παραλύει κάθε αντίδραση.
»Υπάρχει, όμως, και ένας άλλος παράγοντας που δεν πρέπει να τον λησμονάμε: η καταστροφή των ιδεολογιών του εικοστού αιώνα, ξεκινώντας από το μαρξισμό στις διάφορες πολιτικές εφαρμογές του, άφησε πίσω της καμένη γη. Και η καταστροφή δεν είναι μόνο πολιτική, είναι και πολιτισμική.
»Για να συνεννοούμαστε: η Ιταλία χωρίς τον Γκράμσι είναι μια ακρωτηριασμένη χώρα, μια αγνώριστη χώρα. Βλέπετε, όταν ήμουν νέος, οι άνθρωποι μπορούσαν ακόμα να κάνουν αυτά που εγώ αποκαλώ “δημιουργικά” λάθη. Επειδή στη ζωή ενός νέου είναι θεμελιώδες το να μπορεί να κάνει λάθη, για να δημιουργεί μιαν έντονη και παθιασμένη ζωή. Σήμερα αυτό δεν είναι πλέον δυνατό. Και είναι τρομερό να σκεφτούμε ένα δεκαοχτάχρονο που βλέπει να του αρνούνται κάθε ιδεολογικό και ουτοπικό ενθουσιασμό.
»Υπάρχει ένα μικρό επεισόδιο που για μένα αντιπροσώπευε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Ήμασταν στον καιρό του ανταρτοπολέμου στη Λατινική Αμερική. Η συζήτηση με μιαν ομάδα φοιτητών μου προεκτάθηκε στον ισπανικό εμφύλιο. Τους ρώτησα αν θα πραγματοποιούσαν ποτέ επιλογές ανάλογες με εκείνες των γονέων τους, οι οποίοι είχαν πολεμήσει ή και είχαν σκοτωθεί για την ελευθερία αυτής της χώρας. Την επόμενη μέρα έλαβα μιαν επιστολή που έλεγε: “Αγαπητέ καθηγητή Στάινερ, στην τωρινή κατάσταση, οποιαδήποτε εμπλοκή σε διεθνείς μάχες για την ελευθερία θα μας μετέτρεπε αναπόφευκτα σε συνενόχους.
»Δέστε τι τρομερά πράγματα έκαναν οι κομμουνιστές, δέστε τι τρομερά πράγματα κάνει η CIA. Λυπούμαστε, εμείς δεν θέλουμε να εξαπατηθούμε άλλη μία φορά”. Αν η μοναδική έγνοια είναι να μην εξαπατηθούμε, πού θα βρούμε τη δύναμη, για να πραγματοποιήσουμε ένα άλμα της φαντασίας; Να σκεφτούμε κάτι πιο μεγάλο από τον εαυτό μας;
»Η δεύτερη λέξη είναι η “ιδιωτικότητα”.
Ήδη δεν υπάρχει πτυχή της ιδιωτικής ζωής, ακόμα και η πιο ιερή και η πιο μύχια, που να μην επιδεικνύεται και να μην εκτίθεται δημόσια. Σε όλα τα πεδία είναι σε δράση μια επεκτατική “βιομηχανία της διείσδυσης” (που συμπεριλαμβάνει την ψυχανάλυση, καθώς και τη γραφειοκρατία, το σύστημα των μέσων μαζικής επικοινωνίας καθώς και τις ιατρικές θεραπείες), η οποία αποβλέπει στο να απογυμνώσει την ανθρώπινη ύπαρξη από αυτό το αναπαλλοτρίωτο προσωπικό μυστικό. »Ενώ η αληθινή δύναμη του καθενός εμπερικλείεται σε αυτό που μπορεί και πρέπει να κρατάει μέσα του. Όπως υπενθύμιζε ο Χάιντεγκερ, κανείς δεν μπορεί να πεθάνει “στη θέση σου”. Και το μεγαλείο κάθε ανθρώπου έγκειται στην
ικανότητά του να αντιμετωπίζει μέσα στη μοναξιά κάθε δύσκολη μετάβαση της ύπαρξής του, συμπεριλαμβανόμενων των αποτυχιών, των ασθενειών, των κακοτυχιών.
Στον άνθρωπο υπάρχει ένα συναίσθημα ίσως ακόμα πιο ισχυρό από την αγάπη και το μίσος. Σκέφτομαι εκείνα τα “βαθιά πάθη”, που είναι συχνά ανεξήγητα, για κάτι που στα μάτια μας προσλαμβάνει υπέρτατη αξία. Στο πεδίο του αληθινού πάθους κρίνεται η μοίρα μας (…)».
Μετάφραση: Θανάσης Γιαλκέτσης / Σημειωματάριο Ιδεών- Εφημερίδα Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 13/12/2009
Πηγή: e-keimena.gr