Όταν οι άλλοι παίρνουν εισιτήρια για Σκιάθο κι εσύ παίρνεις δεύτερο χέρι εισιτήριο για το μετρό… Β.Δ.


Τώρα κανονικά θα έπρεπε να διαβάζω.. Το  2ο επίπεδο επιμόρφωσης παραμένει στον 2ο και εγώ ακόμη στο ισόγειο.. Όμως τα σπίτια εδώ στη Δύση είναι σφιχταγκαλιασμένα και -θέλοντας και μη- ακούω τη Διαμάντω, απ΄ τη διπλανή βεράντα (μπαλκόνι είναι, βεράντα τη λέμε μην έχουμε τραβήγματα, ζούμε σε άγριες εποχές..).

Η Διαμάντω, γυναίκα  Παραδοσιακού Οργάνου της Τάξης (ανώνυμο θα τον αφήσω αυτόν- έχουν δει πολλά τα μάτια μου..),  ζητάει για πέμπτο καλοκαίρι διακοπές στη Σκιάθο, γιατί φτάνει πια με τα συμπεθέρια,  που  για ένα μπάνιο έρχονται και κατσικώνονται ένα μήνα στο Βραχάτι και δεν σηκώνουν το χέρι τους ούτε για να διώξουν σφίγγα! ‘Έλεος πια με την ανιψιά του που μαρτυράει η φυσούνα  μεσημεριάτικα στα χέρια της, κι αν ακούσει άλλη μια φορά τον πατέρα (τον πεθερό της) να βροντάει τα πούλια  αναφωνώντας : «οι πολλοί μουσαφιραίοι φέρνουν γκρίνια στο σπίτι», (που σημαίνει στην επόμενη ζαριά θα σου πιάσω τη μάνα) θα  θάψει το βηματοδότη του στην αυλή. Και συμπληρώνει με φωνή μία οκτάβα κάτω : «Αν είναι να κάνω τη  δούλα… θα την κάνω εκεί που θέλω!»  

Το όργανο της τάξης, που  τέτοια ώρα, περασμένες 11, συνηθίζει να κρύβεται πίσω  από το Πελαργόνιο το πελτωτό (κοινώς: Βαμβακούλα), αν και Βάζελος,  για να μην φαίνεται στη γειτονιά η πιτζάμα με το πέτο, τη μαστιγώνει με τσουχτερά αρσενικά λόγια: «Να ξοφλήσουμε το δάνειο, Μάντα μου, και θα σε πάω όχι στη Σκιάθο, στην Καραϊβική!!»

Όσο κι αν τον αντιπαθώ,  τον  συναισθάνθηκα. Όπως αυθόρμητα κάνεις γκριμάτσα πόνου βλέποντας στην τηλεόραση εγχείρηση. Ένα κομπολόι κατάρες έχω στο χέρι για την οικονομική κατάσταση, στην οποία κατρακυλήσαμε οι περισσότεροι, αλλά τις κατάρες δεν τις καταδεχόμαστε εδώ στη Δύση. Θέλουν  συνένοχο στο έγκλημα και εμείς… δουλεύουμε μόνοι μας. 

Τι πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος αυτοδημιούργητος, εργατικός, έντιμος, που εξακολουθεί, παρ΄ όλους τους νονούς της εποχής, που ξαναβάφτισαν τη ρεμούλα καπατσοσύνη, να βλέπει ηθικό στίγμα στο φόνο, στην κλοπή, στην απάτη, στην  αυτοκτονία, στην παραίτηση, στην απαισιοδοξία, στην απάθεια; Υπάρχει σταγόνα αξιοπρέπειας στην αποδοχή της αδυναμίας σου να πάρεις από τη ζωή ό,τι σ΄ ευχαριστεί, ό,τι δικαιούσαι, ό,τι σου ανήκει, με μόνο εφόδιο την αυταξία σου ως ανθρώπου; Πώς πρέπει να πορευτεί και πώς να γιατροπορευτεί ο άνθρωπος που δεν έχει να αγοράσει ολοήμερο ήλιο, καθαρή θάλασσα, δροσερό αέρα, πολύχρωμο  ηλιοβασίλεμα, άγνωστο τοπίο; Από  πού να αντλήσει υπόδειγμα ζωής, όχι πια για να αλλάξει τον κόσμο, αλλά για να μην τον αλλάξει αυτός;

«Η φτώχεια είναι ο γονέας της επανάστασης και του εγκλήματος» έλεγε ο Αριστοτέλης. Για έγκλημα δεν κάνουμε, το ξεκαθαρίσαμε, αλλά  για  επανάσταση; Ποιος είπε ότι αυτοί οι άνθρωποι του μόχθου δεν κάνουν ήδη την επανάστασή τους; Ποια εκφυλισμένη ιστορική συνείδηση υπαγορεύει ότι  επανάσταση είναι να χύνεις το αίμα σου ή το αίμα του άλλου; Δεν είναι επαναστατικό σήμερα να ξυπνάς κάθε μέρα και να πηγαίνεις στη δουλειά σου, καλημερίζοντας τον  άγνωστο στη στάση του λεωφορείου; Δεν είναι επαναστατικό να γλιτώνεις στο τσακ το εγκεφαλικό με το λαομίσητο λογαριασμό της ΔΕΗ  και να αφήνεις γενναίο φιλοδώρημα στο μελαμψό παιδί στο βενζινάδικο; Δεν είναι επαναστατικό να ξυπνάς, για να ψάξεις άλλη μια μέρα για δουλειά, μια δουλειά «ό,τι να΄ναι», για να φέρεις στο σπίτι ένα πιάτο φαγητό ή να πληρώσεις τα αγγλικά του παιδιού σου;  Δεν είναι επαναστατικό μέσα  σ΄ αυτό το «ό,τι νά ΄ναι» να μην κάνεις τη δουλειά σου «όπως νά ‘ναι»; Δεν είναι επαναστατικό να πνίγεσαι μέρα-νύχτα σε αλγορίθμους και Βενιζέλους και πλαγιωμένους υποθετικούς, όταν αυτοί που σε συγχαίρουν για την εισαγωγή σου στο Πανεπιστήμιο είναι οι ίδιοι που σου έχουν κρατήσει πρώτο τραπέζι πίστα στην ανεργία; Δεν είναι επαναστατικό να μη θες ούτε και τώρα να γίνεις σαν πολλούς απ΄ αυτούς που ζουν από σένα καλύτερα;

Δεν είναι επαναστατικό να γελάς με τα χάλια σου;

«Γιατί;;; Τι έχει το Βραχάτι;» συνεχίζει ο έρμος, ο δίμετρος όργανος σε μια απέλπιδα προσπάθεια  να αναβάλει το χατίρι της γυναίκας του περισώζοντας και την περηφάνια του..

«Εδώ ολόκληρος  Μίκης το καταδέχεται και εσένα σου ξινίζει;»

«Ο Μίκης»; «Ολόκληρος Μίκης»; Εμβρόντητες και εγώ και η Διαμάντω και η Ψυχολογία και η Κοινωνιολογία….  Ε, τελικά, η ανέχεια, η αδικία και η περηφάνια μπορεί να τον χαλάσουν τον άνθρωπο… ή να τον φτιάξουν… Εξαρτάται ποιος ήταν πριν…

 Βάνα Δουληγέρη

 

This site is protected by wp-copyrightpro.com