Σοβαρὰ κάποια, Ανδρέας Λασκαράτος

 

 Προσωπογραφία κυρίας με ψάρι στη γυάλα, Γεράσιμος Πιτζαμάνος

Σοβαρὰ κάποια

Εἰκώνα ἀγαπητὴ τῆς γυναικός μου,
Τώρα ἔλα καν᾿ ἐσὺ στὴ συντροφιά μου.
Κατοίκα πάντα μέσα στὴν καρδιά μου,
Καὶ φύλαμε ὂχ τσὴ πλάνεσες τοῦ κόσμου.

Ἐσὺ γιὰ ῾μὲ Προστάτης Ἄγγελός μου,
Ἄμεμπτα φύλαε τὰ πατήματά μου
Καὶ προτοῦ σκοτισθοῦν᾿ τὰ λογικά μου,
Πρόλαβε, τρέξε σὺ καὶ λάμψε ἐμπρός μου.

Ναί, τὸ φῶς σου ᾿ξυπνάει τὴν ἀρετή μου,
Καὶ πιστόνε σ᾿ ἐσένα μὲ βαστένει.
Γιατὶ τόσο σ᾿ αἰσθάνομαι ᾿δική μου,

Τόσο μὲ τὴ ψυχή μου ζυμωμένη,
Ποῦ δὲν ἠξέρω πλέον στὴ διαλογή μου
Πῶς νὰ σὲ ῾πῶ: γυναίκα μου ἢ ψυχή μου.

 

Ρόδα αειθαλή, Τίτος Πατρίκιος

ΡΟΔΑ ΑΕΙΘΑΛΗ

 

Ἡ ὀμορφιὰ τῶν γυναικῶν ποὺ ἄλλαξαν τὴ ζωή μας

βαθύτερα κι ἀπὸ ἑκατὸ ἐπαναστάσεις

δὲν χάνεται, δὲν σβήνει μὲ τὰ χρόνια

ὅσο κι ἂν φθείρονται οἱ φυσιογνωμίες

ὅσο κι ἂν ἀλλοιώνονται τὰ σώματα.



Μένει στὶς ἐπιθυμίες ποὺ κάποτε προκάλεσαν

στὰ λόγια ποὺ ἔφτασαν ἔστω ἀργὰ

στὴν ἐξερεύνηση δίχως ἀσφάλεια τῆς σάρκας

στὰ δράματα ποὺ δὲν ἔγιναν δημόσια

στὰ καθρεφτίσματα χωρισμῶν, στὶς ὁλικὲς ταυτίσεις.

Ἡ ὀμορφιὰ τῶν γυναικῶν ποὺ ἀλλάζουν τὴ ζωὴ

μένει στὰ ποιήματα ποὺ γράφτηκαν γι’ αὐτὲς

ρόδα ἀειθαλῆ ἀναδίδοντας τὸ ἴδιο ἄρωμά τους

ρόδα ἀειθαλῆ, ὅπως αἰῶνες τώρα λένε οἱ ποιητές.
 

Ποιήματα Α΄ (1943-1959) , Τίτος Πατρίκιος,  Εκδόσεις Κίχλη, 2017

 

Σημείο αναγνωρίσεως, Κική Δημουλά

Σημείο αναγνωρίσεως

Άγαλμα γυναίκας με δεμένα τα χέρια



Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα,

εγώ σε προσφωνώ γυναίκα κατευθείαν.

Στολίζεις κάποιο πάρκο.

Από μακριά εξαπατάς.

Θαρρεί κανείς πως έχεις ελαφρά ανακαθίσει

να θυμηθείς ένα ωραίο όνειρο που είδες,

πως παίρνεις φόρα να το ζήσεις.

Από κοντά ξεκαθαρίζει τ’ όνειρο:

δεμένα είναι πισθάγκωνα τα χέρια σου

μ’ ένα σχοινί μαρμάρινο

κι η στάση σου είναι η θέλησή σου

κάτι να σε βοηθήσει να ξεφύγεις

την αγωνία του αιχμάλωτου.

Έτσι σε παραγγείλανε στο γλύπτη:

αιχμάλωτη.


Δεν μπορείς

ούτε μια βροχή να ζυγίσεις στο χέρι σου,

ούτε μια ελαφριά μαργαρίτα.

Δεμένα είναι τα χέρια σου

Και δεν είν’ το μάρμαρο μόνο ο Άργος.

Αν κάτι πήγαινε ν’ αλλάξει

στην πορεία των μαρμάρων,

αν άρχιζαν τ’ αγάλματα αγώνες

για ελευθερίες και ισότητες,

όπως οι δούλοι,

οι νεκροί

και το αίσθημά μας,

εσύ θα πορευόσουνα

μες στην κοσμογονία των μαρμάρων

με δεμένα πάλι τα χέρια, αιχμάλωτη.

Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα,

εγώ σε λέω γυναίκα αμέσως.

Όχι γιατί γυναίκα σε παράδωσε

στο μάρμαρο ο γλύπτης

κι υπόσχονται οι γοφοί σου

ευγονία αγαλμάτων,

καλή σοδειά ακινησίας.

Για τα δεμένα χέρια σου, που έχεις

όσους πολλούς αιώνες σε γνωρίζω,

σε λέω γυναίκα.

Σε λέω γυναίκα

γιατ’ είσ’ αιχμάλωτη.

 

  Το λίγο του κόσμου, Κική Δημουλά. έκδ.  Στιγμή [1971] 1990

 

 

Ακόμα Ανατέλλω, Μάγια Αγγέλου

For the Women’s House, Faith Ringgold, 1971

 

Ακόμα Ανατέλλω

Μπορείτε να με γράψετε στην Ιστορία
Με τα πικρά, στρεβλά σας ψέματα
Μπορείτε να με σύρετε στην ίδια τη βρωμιά
Αλλά ακόμα, σαν τη σκόνη, θ’ ανεβαίνω ψηλά.

Σας αναστατώνει η ευφορία μου;
Γιατί με περιβάλλετε με σκοτάδι;
Μήπως γιατί περπατώ σαν να κατέχω πετρελαιοπηγές
Που ξεχειλίζουν απ’ το σαλόνι μου;

Ακριβώς όπως τα φεγγάρια και όπως οι ήλιοι
Mε τη βεβαιότητα της παλίρροιας
Ακριβώς όπως οι ελπίδες που πηγάζουν από ψηλά
Ακόμα θ’ ανατέλλω.

Θέλατε να με δείτε να σπάω;
Καλυμμένο κεφάλι και χαμηλωμένα μάτια;
Ώμους που πέφτουν κάτω σαν δάκρυα
Aδύναμη από τις οργισμένες μου κραυγές;

Μήπως το αγέρωχό μου ανάστημα σας προσβάλλει;
Δεν σας έρχεται πολύ δύσκολο
Που γελώ σαν να έχω ορυχεία χρυσού
Σκάβοντας στην πίσω αυλή μου;

Μπορείτε να με πυροβολήσετε με τις λέξεις σας
Μπορείτε να με σφάξετε με τη ματιά σας
Μπορείτε να με δολοφονήσετε με το μίσος σας
Αλλά ακόμα, σαν αέρας, θα ανεβαίνω ψηλά.

Μήπως η σεξουαλικότητά μου σας ενοχλεί;
Εκπλήσσεστε
Που χορεύω σαν να φορώ διαμάντια
Tη στιγμή που σμίγουν οι μηροί μου;

Πέρα από τις καλύβες της ντροπής της Ιστορίας
Ανατέλλω
Πάνω από ένα παρελθόν που ρίζωσε στον πόνο
Ανατέλλω
Είμαι ένας μαύρος ωκεανός, κυματιστός και ανοιχτός
Εκπνέοντας γιγαντώνομαι κι αντέχω στην παλίρροια

Aφήνοντας πίσω νύχτες φόβου και τρόμου
Ανατέλλω
Σε ένα ηλιοβασίλεμα που είναι θαυμαστά ξάστερο
Ανατέλλω
Κουβαλώντας τα χαρίσματα που οι πρόγονοι μού κληροδότησαν
Είμαι το όνειρο και η ελπίδα του σκλάβου.
Ανατέλλω
Ανατέλλω
Ανατέλλω

And Still I Rise: A Book of Poems, Maya Angelou, 1978

 Μετάφραση: Ασημίνα Ξηρογιάννη

 

Υπό προϋποθέσεις, Αλέξανδρος Καλλέργης

Πίνακας: Euan Uglow.

Υπό προϋποθέσεις

Της τον έφεραν κάτι συγγενείς από τον διπλανό νομό·
δεν είχαν κάτι κοινό
μίλησαν σκέτο ένα λεπτό·

τον παντρεύτηκε υπό έναν μόνο όρο
να μην ξεμένει από λουλούδια το βαζάκι του μπάνιου.

 Ο ήλιος χαμηλά, Αλέξανδρος   Καλλέργης, Άνω Τελεία, 2020

 

 

 

 

Τα καλά κορίτσια

L’Escrimeuse, Jean Béraud


Τα καλά κορίτσια

 

Τα καλά κορίτσια
μένουν σε νοικιασμένο σπίτι
Ξοδεύουν μέχρι και την τελευταία τους δεκάρα
ν΄ αγοράσουν φτερούγες, πτερύγια ή μπουκάλες οξυγόνου
Αλλά πληρώνουν το νοίκι α-νε-λλι-πώς

 

Τα καλά κορίτσια
φοβούνται όταν νυχτώνει
Και το λένε
Κρατάνε πάντα ένα φωτάκι ανοιχτό
συνήθως ζωγραφισμένο
(για να το πάρουν μαζί τους, αν μετακομίσουν)
και το παράθυρο μισάνοιχτο
(για να είναι πάντα εντός του κόσμου)
Κι ένα ραδιόφωνο δίπλα στο μαξιλάρι
(ε, δεν θα μας επιβάλλετε και τους ήχους σας…)

Τα καλά κορίτσια
δεν σωπαίνουν
κι ας τα δεσμεύει το συμβόλαιο της μίσθωσης
χτυπάνε το χέρι στο τραπέζι
αν χρειαστεί
(στο κάτω- κάτω το πληρώνουν)
και ξέρουν
ότι είναι αδύνατον να πετύχεις μια θεαματική έξωση
κάποιας άστεγης εκ πεποιθήσεως

Βάνα Δουληγέρη

 

ΜΗ * ΜΝΗ *, Μαριάννα Πλιάκου

Warrior Queen, Titti Garelli


ΜΗ * ΜΝΗ *
Συχνά λέω την ιστορία αυτή.
Είμαστε δημοτικό, καλοκαίρι, 
και παίζουμε εξερεύνηση.
Μπαίνουμε στο ερείπιο, 
που περιμένει να πεθάνει
(αργότερα ένας κληρονόμος θα του κάνει την χάρη 
και θα το σκοτώσει).
Περνάμε το τροπικό δάσος.
Σκαρφαλώνουμε τον τοίχο και μπαίνουμε 
στο κομματιασμένο δωμάτιο.
Στις ενενήντα μοίρες, ο ουρανός.
Στις εβδομήντα, τα μπαλκόνια της γειτονιάς
(σκαλωμένοι στο ένα οι φόβοι μου).
Πρωταγωνιστές στο φαντ-αστικό μας αμφιθέατρο,
με χαρτονένια σπαθιά και τα μπλουζάκια μας ανάποδα 
– ο κωδικός μας, εμείς-ενάντια-στον-κόσμο
(ποιος είπε ότι πρωτοτυπήσαμε;).
 Συχνά λέω πως έτσι έγιναν τα πράγματα.
Τόσο που το πιστεύω.
Βλέπεις,
δεν ήμουνα εκεί μαζί σου.
Έμενα.
Στο μπαλκόνι.
Με τους φόβους μου.
Να μετρώ την απόσταση
απ’ το στήθος μου στο σπαθί σου.
 
 

 

2017, Μαριάννα Πλιάκου, Εκδ. Κύφαντα, 2019

 

Το φως περνά απ’ το κόσκινο των νεφών… – Ρομπέρτο Χουαρός

Το φως περνά απ’ το κόσκινο των νεφών…

Το φως περνά απ’ το κόσκινο των νεφών,
των δέντρων, του αέρα και σωμάτων άλλων,
μα περισσότερο ακόμα απ’ αυτό της σκέψης.
Απ’ την αρχή το πρόγραμμα της μέρας δημιουργεί
μετουσιώνοντας το πρωινό
σε πρωτόκολλο αναμνήσεων.

Πολλά φώτα έχει το φως
και μέρες πολλές η μέρα,
όπως πολλά τα πρόσωπα στον καθρέφτη καθενός.
Μα το κλειδί άλλο δεν είναι απ’ το κόσκινο,
τη συνδυαστική λεπτότητα,
την εφευρετικότητα της μοίρας
προκειμένου να σουρώσουν οι δόσεις διαύγειας
και να ταιριάξουν τα ίχνη των ειδώλων,
αυτών που την κάθε ώρα σε στιγμές μονάκριβες μετατρέπουν
μέσα στην ανούσια –υποτίθεται– μονοτονία του χρόνου.

Πάντα θέλει το φως μεσάζοντες,
όπως –θαρρείς- τα πράγματα όλα.
Της πραγματικότητας ίσως ένα κλειδί να ’ναι αυτό:
Μηνύματα άμεσα δεν υπάρχουν.
Όλα μεσολάβηση, καθώς το άμεσο σκοτώνει.

Και τι να παρεμβάλει τότε κανείς
ανάμεσα στο ρόδο και το φως,
τη νύχτα και τον έρωτα,
τον άνθρωπο και το θάνατο,
ανάμεσα στη ζωή και τούτο το πρωινό,
που ανάμνηση έχει γίνει;

Τι να παρεμβάλει κανείς ανάμεσα
σ’ αυτό που κάτι είναι
και σε ό,τι δεν είναι,
για να μπορέσει να γίνει;

Πώς την απόσταση να κοσκινίσεις
ανάμεσα σε ’μας και την απουσία,
προκειμένου εν τέλει τη δική μας να βρούμε παρουσία;

 

 Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

 

Μια τρομερή ανάγκη, Τσαρλς Μπουκόφσκι


Μια τρομερή ανάγκη

Μερικοί άνθρωποι έχουν ανάγκη να είναι
δυστυχισμένοι,
σώνει και καλά θα την βρουν τη δυστυχία
σε οποιαδήποτε κατάσταση
θα εκμεταλλευτούν κάθε ευκαιρία
να επισημάνουν
ακόμη και το παραμικρό λάθος
την απειροελάχιστη έλλειψη
κι ύστερα θα γεμίσουν από μίσος
κι εκδικητικότητα.

 

δεν καταλαβαίνουν ότι
είναι τόσος λίγος
ο χρόνος
για τον καθένα μας
σ’ αυτήν την παράξενη ζωή
για να προλάβουμε να ολοκληρωθούμε;

κι ότι
το να σπαταλάμε τη ζωή μας έτσι
είναι σχεδόν ασυγχώρητο;
κι ότι δεν υπάρχει ποτέ τρόπος
ν’ ανακτήσουμε
όσα θα χαθούν μ’ αυτόν
τον τρόπο για πάντα;

 

 

 

 

“H Λάμψη της Αστραπής πίσω απ΄το βουνό” -Μετάφραση Σ. Τριανταφύλλου, Εκδ. Ηλέκτρα

 

 

Οι φυλακισμένοι, Πωλ Ελυάρ

 

Πίνακας: Anna Berezovskaya

 Οι φυλακισμένοι

Οι φυλακισμένοι έχουν ζηλέψει το γέλιο

έχουνε χάσει τα κλειδιά της περιέργειας

έχουν φορτώσει την επιθυμία της ζωής

σ΄ ελαφρές αλυσίδες

 

Από παλιές  κατηγορίες είναι βεβαρημένοι ακόμα

η  οκνηρία δεν
είναι πια ένα μυστήριο

η ανεξαρτησία είναι στη φυλακή 

 

 

Πωλ Ελυάρ- Μετάφραση Σπύρου Αλ. Γκίνη, Εκδ. Καστανιώτη

 

Φόρτωση περισσότερων

This site is protected by wp-copyrightpro.com