«Και πάλι στο σχολείο» , Ζωρζ Σαρή

 

Artist: Ryan Pickart

Α. Ανάλυση κειμένου

Γραμματειακό είδος και ένταξη του έργου στην εποχή του

Ø    Το “Ε.Π.” είναι στη βάση του αυτοβιογραφικό βιβλίο. Περιγράφει τα τρία πρώτα χρόνια φοίτησης της Ζωρζ Σαριβαξεβάνη, της συγγραφέως, σε ένα ιδιωτικό γυμνάσιο, τη «Σχολή θηλέων», τις εφηβικές ανησυχίες και τη γνωριμία της με την από τότε επιστήθια φίλη της Άλκη Ζέη. Η ιστορία τοποθετείται λίγο πριν από το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, επί δικτατορίας Μεταξά. Η τάξη της 13χρονης Ζωρζ αποτελείται από δεκαεννέα μαθήτριες. Ανάμεσά τους η Αθηνά, η Άννα και η Άλκη (Ζέη). Διευθύντρια της σχολής είναι η συντηρητική και αυταρχική Ερασμία Δελαπόρτα και φιλόλογός τους και αγαπημένη τους καθηγήτρια, η Αλεξάνδρα Κλάρα.

Ø Το βιβλίο συγκροτείται σε τρία κεφάλαια, όσα και οι σχολικές χρονιές στη  «Σχολή Θηλέων». Από τις συμμαθήτριές της η Ζωρζ θα ξεχωρίσει τρία κορίτσια.  Κάθε μια έχει το δικό της όνειρο : η Άννα ονειρεύεται να γίνει ζωγράφος, η Αθηνά δασκάλα, η Άλκη συγγραφέας και η Ζωρζ   ηθοποιός. Τέσσερις διαφορετικοί χαρακτήρες γεμάτοι όνειρα και φιλοδοξίες, σχεδιάζουν το μέλλον τους με την αθωότητα και την αισιοδοξία της ηλικίας τους. Μεγαλώνουν, ωστόσο,  σε μια δύσκολη εποχή με συνεχείς ανατροπές και δοκιμασίες. Ελπίζουν η φιλία τους να αποδειχτεί  ανθεκτική  στο χρόνο και δένονται με  όρκο  πως θα είναι “Ενωμένες Πάντα”… Όπως σημειώνεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, «οι τολμηρές μαθήτριες ονειρεύονται ένα αύριο με χειροκροτήματα. Τα χρόνια περνούν κι αυτές μένουν πάντα μαζί ενωμένες.» Το Ε.Π. είναι μια νοσταλγική ματιά στα χρόνια της αθωότητας για τους μεγαλύτερους και ένας ύμνος στη άδολη φιλία και τη  αγάπη για κάθε αναγνώστη.

Ø Ένα μεγάλο μέρος της  πρωτοτυπίας του βιβλίου έγκειται στο γεγονός ότι η αφηγήτρια είναι συνάμα και μία από τις ηρωίδες του βιβλίου, αλλά δεν παρουσιάζει τα πράγματα από την οπτική γωνία της ηρωίδας. Επιλέγει τη θέση του παντογνώστη αφηγητή και διεισδύει στην ψυχή της δεκατριάχρονης Ζωρζ ή μένει σε σχετική απόσταση, όπως κάνει και για όλα τα πρόσωπα του έργου. Φαίνεται, λοιπόν,  η αυτοβιογραφική φύση του έργου να μην είναι η αφορμή αλλά το κύριο εύρημά του. Η ίδια η συγγραφέας εξηγεί: «Είναι προσωπικά τα βιώματα των μυθιστορημάτων μου. Όμως η πανταχού παρούσα πρωταγωνίστρια (εγώ) είναι το “κόλπο”, για να μιλήσω για το ιστορικό παρελθόν της χώρας μου (Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος, Δικτατορία). Τα μυθιστορήματά μου τα πιστεύω περιπετειώδη μιας κι η ζωή είναι μια “περιπέτεια”, οπότε (είναι) αναγκαστικά πολιτικά, κοινωνικά κι ιστορικά.»

Ø Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1995 με πρόλογο της Άλκης Ζέη και εμπλουτισμένο με αυθεντικό υλικό, φωτογραφίες των ηρωίδων από τα μαθητικά τους χρόνια και επιστολές της αλληλογραφίας τους. Αν και είναι ένα παιδικό μυθιστόρημα, αγαπήθηκε και από μεγαλύτερες ηλικίες, καθώς η φρεσκάδα της αφήγησης, η απλότητα του λόγου και οι ολοζώντανοι χαρακτήρες κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη  μέχρι και την τελευταία σελίδα. Πάνω από μία δεκαετία μετά παραμένει ένα πολύ γοητευτικό ανάγνωσμα, γιατί ηθογραφεί με ζωηρές πινελιές την ψυχολογία των εφήβων της εποχής, συνδυάζει την τρυφερότητα με το γνήσιο χιούμορ και ζωντανεύει ιστορικές περιόδους άγνωστες στο σύγχρονο αναγνώστη.  Σημαντικό είναι ότι  βασίζεται μεν σε αληθινά γεγονότα, αλλά αυτό που καταξιώνει την αλήθεια της ιστορίας δεν είναι το υλικό της αλλά η ίδια η αφήγηση.

Θέμα

Σε ένα ιδιωτικό σχολείο θηλέων οι μαθήτριες μιας τάξης ξανασυναντιούνται μετά τις θερινές διακοπές, εκμυστηρεύονται  τις εμπειρίες τους και μέσα σε κλίμα αισιοδοξίας και χαράς ξεκινούν τη νέα σχολική χρονιά.

Δομή

Το απόσπασμα διαιρείται στις ακόλουθες νοηματικές ενότητες:

α) «Η τάξη γιορτάζει…μέρα στο σχολείο πανηγύρι», η πρώτη μέρα στο σχολείο.

β) «Όταν μπήκε στην τάξη…που φτερούγιζαν», το θέμα της έκθεσης/ο ενθουσιασμός

 

Πρώτη ενότητα

Μετά τις καλοκαιρινές διακοπές  μια τάξη θηλέων ξανασυναντιέται στις σχολικές αίθουσες. Είναι φανερό από τις θερμές εκδηλώσεις χαράς ότι έχουν μεγάλη οικειότητα και συνδέονται με τρυφερά αισθήματα αγάπης και συμπάθειας. Με τα αλλεπάλληλα ασύνδετα σχήματα η συγγραφέας δίνει μια γλαφυρή περιγραφή της επιμελημένης εμφάνισης των κοριτσιών και της ποικιλίας που δραπετεύει από την ομοιόμορφη επίσημη σχολική αμφίεση της εποχής, τη μαθητική ποδιά (μαλλιά κοντά, μαλλιά μακριά  κοτσιδάκια, κοτσίδες…..χτενάκια,κορδέλες»). Υποδηλώνει ακόμη την κοινωνική θέση των κοριτσιών και την οικονομική τους κατάσταση, « καινούργια παπούτσια, καινούργιες τσάντες». Η εντύπωση αυτή θα επιβεβαιωθεί στη συνέχεια και από τις πληροφορίες για τις διακοπές των κοριτσιών σε ακριβά θέρετρα και από το γεγονός ότι φοιτούν σε ιδιωτικό γυμνάσιο, που απαιτούσε ασφαλώς υψηλά δίδακτρα («η κυρία Εράσμια, με το ράσο της και τις μαύρες παντόφλες»). Αν λάβουμε υπόψη ότι η ιστορία τοποθετείται λίγο πριν το Β΄παγκόσμιο πόλεμο, συμπεραίνουμε ότι τα κορίτσια ανήκουν σε  προνομιούχα κοινωνική μερίδα σε μια εποχή δύσκολη για την πλειοψηφία των Ελλήνων.

     Στη συνέχεια ο αφηγητής μπαίνει στο περιθώριο και δίνει το λόγο στα πρόσωπα ξετυλίγοντας έναν διασκεδαστικό και ζωηρό διάλογο. Έτσι, οι ηρωίδες αποκτούν σκηνική παρουσία και το κείμενο θεατρικό χαρακτήρα. Από τις ανάλαφρες κουβέντες τους αναδύεται μια ατμόσφαιρα χαράς, κεφιού και νεότητας. Το θέμα που μονοπωλεί τη συζήτηση των κοριτσιών είναι οι θερινές διακοπές και τη γεύση τους διατηρούν ακόμη έντονη: «Μάτια  λαμπερά, γεμάτα θάλασσες και βουνά, γεμάτα παιχνίδια, γεμάτα τρέλες». Από τις εξομολογήσεις τους διαφαίνεται ο ιδιαίτερος χαρακτήρας κάθε μιας,  οι συνήθειές της, η ανατροφή της και τα ενδιαφέροντά της. Η Άλκη απολάμβανε το περπάτημα, η Άννα το φαγητό, η Αθηνούλα το παραχάιδεμα της γιαγιάς της και την ποίηση, η Αννούλα τον ήλιο και η Ζωρζ τη θάλασσα. Η Λίλη, που δεν εντυπωσιάστηκε ούτε από το Παρίσι, φαίνεται χορτάτη από ταξίδια και εικόνες και η Κική αμέσως μετά σπεύδει να καταθέσει τις δικές της εμπειρίες με  διάθεση  επίδειξης («Η φαντασμένη»), πράγμα που δηλώνει έναν υπολανθάνοντα ανταγωνισμό.

      Πίσω, λοιπόν, από τις αθώες κουβέντες των κοριτσιών μπορεί ο αναγνώστης να αντιληφθεί τις διαφορετικές συνθήκες ζωής καθεμιάς, να πληροφορηθεί για τις κοινωνικές ιδέες ( Ε, και να βλέπατε τον πύργο των παππούδων μου….λαμπτήρες», τις προκαταλήψεις και τα ταμπού της εποχής ( «το νυχτερινό τραγούδι»). Έχουν ακόμη ενδιαφέρον τα ονόματα και τα χαϊδευτικά των ηρωίδων που παρελαύνουν, τα περισσότερα ασυνήθιστα και ξένα στις λαϊκές τάξεις: Ζωρζ και Ρενέ (λόγω ελληνογαλλικής καταγωγής) αλλά και Μίνα, Τίλδα, Άλκη, Ίντα, Λένα και  Άλμπα. Αξιοσημείωτα είναι τα θέρετρα που προσέλκυαν εκείνη την εποχή τους Έλληνες, η Ρόδος ( Ιταλοκρατούμενη τότε ), η Μάνη, το Παρίσι αλλά και περιοχές που σήμερα αποτελούν  αστικά κέντρα, η Γλυφάδα, το Λουτράκι.

      Από τη συντροφιά λείπει μόνο η Ποζέλι (υπαρκτό πρόσωπο, γνωστή τραγουδίστρια, που έκανε καριέρα στο πλευρό του συνθέτη και τραγουδοποιού Αττίκ, όπως και η Σοφία Βέμπο). Η αφηγήτρια αποκαλύπτει ότι δεν μπορούσε να συνδυάσει σχολείο και  τραγούδι και αναγκάστηκε να διακόψει. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι μια δεκατριάχρονη κοπέλα άρχιζε καριέρα στο τραγούδι, σε μια εποχή που το επάγγελμα του τραγουδιστή, του «θεατρίνου» ήταν ακόμη αμφιλεγόμενο και για τα λαϊκά στρώματα ηθικά μεμπτό και η  αφηγήτρια δεν κάνει καμία σχετική νύξη. Ο θαυμασμός της Ζωρζ για την καλλιτεχνική διαδρομή της φίλης αναδεικνύει τα προοδευτικά της αισθήματα («γύρω του τη νύχτα αναβοσβήνουν πολύχρωμα λαμπιόνια») και την αγάπη της. Το όνειρο της Ποζέλι εξάλλου συνδέεται και με το δικό της όνειρο, να γίνει ηθοποιός.  Αξιοσημείωτο είναι το χωρίο «Αντίο Ποζέλι», όπου η αφηγήτρια ταυτίζεται με την δεκατριάχρονη Ζωρζ, αίρει τη αφηγηματική σύμβαση του ετεροδιηγητικού αφηγητή και απευθύνεται σε β΄ γραμματικό πρόσωπο στη φίλη της αποχαιρετώντας την.

     Τη θέση της Ποζέλι στην τάξη έχει πάρει η νεοφερμένη Μαριάννα, που οι μαθήτριες  υποδέχονται θερμά και η αφηγήτρια την ζωντανεύει με πλήρη, αν και σύντομη περιγραφή. Η περίπτωση της Μίνας, την οποία ο πατέρας της σκέφτηκε να στείλει στο πλούσιο αδελφό του, για να της εξασφαλίσει  μια πιο άνετη ζωή, φωτίζει μια άλλη διάσταση των κοινωνικών ηθών της εποχής. Η Άλμπα  διακρίνεται από τις υπόλοιπες κοπέλες, καθώς δεν μοιράζεται τις εμπειρίες της με τις φίλες της. Η αφηγήτρια από τη θέση του «παντογνώστη αφηγητή» και μέσα σε παρενθέσεις αποκαλύπτει το λόγο : οι ερωτικές ανησυχίες την απασχολούν περισσότερο από τις συζητήσεις της διασκεδαστικής συντροφιάς. (βλέπε και αφηγηματική τεχνική).

Η πρώτη ενότητα κλείνει με το φυσικό συμπέρασμα, δοσμένο σε  κατακλείδα: «Κι ήταν η πρώτη μέρα στο σχολείο πανηγύρι». Ο ιστορικός χρόνος του ρήματος  (ήταν) προετοιμάζει τη μετάβαση από την ανεμελιά στην «τάξη».

   Δεύτερη ενότητα

 Η δεύτερη ενότητα μεταφέρει τον αναγνώστη στην  σχολική αίθουσα. Ανεπαίσθητα η περιγραφή της εισόδου της διευθύντριας δημιουργεί μια αντίθεση με την προηγούμενη ζωηρή ατμόσφαιρα  «Κι ήταν η πρώτη μέρα στο σχολείο πανηγύρι»- «όλες οι μαθήτριες ήταν αναψοκοκκινισμένες». Από τις θορυβώδεις συζητήσεις, τις εκμυστηρεύσεις και τα αυθόρμητα πειράγματα  τα κορίτσια «περνούν» στην  πειθαρχία και την απόλυτη ησυχία. Η αντίδρασή τους συνδέεται με τη φιγούρα της Ερασμίας Δελαπόρτα. Η διευθύντρια ηθογραφείται με δύο τρόπους: την περιγραφή της αμφίεσης και τη γλώσσα και φωτίζεται περισσότερο πλάι στην Κα Κλάρα. Είναι ντυμένη με τη συντηρητική περιβολή που επιβάλλει η σχολή και απευθύνεται στις μαθήτριες με καθαρεύουσα, άχρωμη και τυπική.

     Αντίθετα, η φιλόλογος των κοριτσιών, τις καλωσορίζει θερμά. Τις αποκαλεί φίλες και όχι παιδιά. («Καλές μου φίλες»). Μιλάει στη δημοτική, άμεσα και ουσιαστικά. Είναι ήδη ενήμερη για  την καινούργια μαθήτρια και την υποδέχεται ζεστά. Ενημερώνει τις μαθήτριες αναλυτικά, αλλά και χωρίς να τις κουράζει για τους εκπαιδευτικούς στόχους της χρονιάς και ανακοινώνει το θέμα της έκθεσης για την επόμενη εβδομάδα. Είναι ντυμένη δε με φινέτσα, αλλά και με τρόπο που αρμόζει στο ρόλο της. Είναι φανερό ότι οι δύο αυτές γυναίκες εκπροσωπούν δύο διαφορετικούς κόσμους, δύο αντίθετες παιδαγωγικές αντιλήψεις και εντέλει δύο αντίρροπες κοινωνικές τάσεις. Η συντηρητική, αυστηρή, απρόσιτη διευθύντρια είναι ένας κόσμος που –ελπίζουν τα κορίτσια- δύει και η προοδευτική Αλεξάνδρα Κλάρα ένας κόσμος που ανατέλλει.

Τα κορίτσια ενθουσιάζονται με το θέμα, τόσο, ώστε το επεξεργάζονται από τώρα στο μυαλό τους. Με περισσότερη ζέση καταπιάνεται με το θέμα η Ζωρζ. Μ’ αυτή την ευκαιρία η αφηγήτρια  διεισδύει στις μύχιες σκέψεις της Ζωρζ και κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν αποκαλύπτει στον αναγνώστη το βαθύτερο κίνητρο της: «Ήθελε να ξεπλύνει την περσινή ντροπή της αντιγραφής». Στη συνέχεια ο αναγνώστης αφουγκράζεται τις σκέψεις του κοριτσιού, σαν να διαβάζει το γραπτό της επόμενης Πέμπτης. Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι το ύφος αλλάζει τόνο σε σχέση με τα προηγούμενα. Η περιγραφή είναι λυρική και θερμή και ο λόγος εμπλουτίζεται από εκφραστικά μέσα, που συνηθίζονταν στις εκθέσεις της εποχής. Φόρτος θαυμαστικών, μεταφορές, φυσιολατρικές εικόνες, όλα έχουν το άρωμα των εκθέσεων περασμένης εποχής. Και η  αφηγήτρια- συγγραφέας σαν να συντονίστηκε συναισθηματικά με το δεκατριάχρονο παιδί που ήταν κάποτε, υιοθετεί το ύφος της έκθεσης και καταλήγει στον ίδιο λυρικό τόνο: «κι ήταν τα λόγια τους άσπρα πουλιά που φτερούγιζαν γύρω τους».

Αφηγηματική τεχνική

Η τεχνική της αφήγησης στο συγκεκριμένο έργο παρουσιάζει πρωτοτυπία. Ο αφηγητής εξιστορεί μια υπόθεση προσωπική, είναι στην πραγματικότητα ένας από ήρωες του έργου, αλλά παρατηρεί από απόσταση τα δρώμενα και τα πρόσωπα και ως αφηγητής δεν συμμετέχει στην ιστορία. (ετεροδιηγητικός αφηγητής). Ακόμη και τη Ζωρζ την προσεγγίζει η συγγραφέας Σαρή  με τους ίδιους κανόνες. Δεν εστιάζει επομένως σε μία οπτική γωνία (μηδενική εστίαση ή αφήγηση χωρίς εστίαση). Αυτό γίνεται φανερό από την τριτοπρόσωπη αφήγηση. Σε ένα χωρίο μόνο σπάει η σύμβαση αμέτοχου αφηγητή και παρεμβαίνει   «Αντίο, Ποζελάκι…», για να αποχαιρετήσει την αγαπημένη της φίλη.

Ο αφηγητής ανήκει στον τύπο του παντογνώστη- αφηγητή, δηλαδή γνωρίζει δίχως όρια τα πάντα για τους ήρωες, ακόμη και τις κρυφές τους σκέψεις. (βλέπε απάντηση 4ης ερώτησης).

Η αφήγηση ακολουθεί τη χρονική σειρά των γεγονότων, είναι δηλαδή γραμμική. Υπάρχουν όμως  και σύντομες αναδρομές στο παρελθόν π.χ. «η περσινή ντροπή της αντιγραφής» Η συγγραφέας χρησιμοποιεί με άνεση όλους τους αφηγηματικούς, αφήγηση, περιγραφή, διάλογο. Δίνει όμως μεγαλύτερο χώρο στον διάλογο, ώστε να μεταδώσει πιστά το ήθος και τον παλμό της κοριτσίστικης συντροφιάς. (βλέπε περισσότερα παρακάτω στην απάντηση 3ης ερώτησης σχολικού βιβλίου).

Γλώσσα

Τη  μεγαλύτερη έκταση στο απόσπασμα καταλαμβάνει ο διάλογος μεταξύ των κοριτσιών. Έτσι,  ο λόγος είναι καθαρός, φυσικός, απλός, στέρεος, χωρίς στολίδια. Πλούτος αισθητικών μέσων υπάρχει μόνο στην «έκθεση» της Ζωρζ. Η γλώσσα είναι δημοτική, εκφραστική, με δραματική αμεσότητα. Εξαίρεση αποτελεί ο σύντομος χαιρετισμός της Διευθύντριας που γίνεται σε καθαρεύουσα και έμμεσα την ηθογραφείκαι αποτυπώνει τις εκπαιδευτικές συνθήκες της εποχής.  Στα χωρία, όπου ακούμε τη φωνή του αφηγητή σημειώνουμε τη δύναμη στην περιγραφή, την παραστατικότητα και τη ζωντάνια στην αφήγηση, με ευρήματα τα πιο απλά υλικά που όμως αιχμαλωτίζουν τον αναγνώστη.

Ύφος

Το ύφος της αφήγησης  είναι απλό, τρυφερό, παραστατικό, χιουμοριστικό και στο τέλος λυρικό.

Εκφραστικά μέσα

Πλούσια  είναι τα  αισθητικά μέσα του αποσπάσματος με κυρίαρχο το διάλογο που έχει πολλαπλή λειτουργία. (βλέπε απάντηση 3ης ερώτησης σχολικού βιβλίου). Από τα υπόλοιπα ξεχωρίζουμε:

Παρομοιώσεις «σαν θεά Αθηνά»,

Ασύνδετα σχήματα «Αγκαλιές, φιλιά, γέλια, φωνές», «φρεσκοσιδερωμένες ποδιές, καινούρια παπούτσια, καινούριες τσάντες, μαλλιά κοντά, μαλλιά μακριά, κοτσιδάκια, κοτσίδες, πιαστράκια, μπαρέτες, χτενάκια, κορδέλες»,

Μεταφορές «η τάξη ξεχύλισε από τις καλοκαιριάτικες αναμνήσεις», να προλάβουμε τη θάλασσα λάδι», «να γείρει ο ήλιος», «δίχως να χρωματίσει τη λέξη», «ο ναός της Αφαίας ήταν πάνω από το κεφάλι μας», «την ασημένια γραμμή που σκίζει στα δυο τη ασάλευτη θάλασσα».

 

Παράλληλα  κείμενα

  1. Διαβάστε το ακόλουθο ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη «Τετράδιον της Μαθητρίας», και βρείτε τις αντιστοιχίες του με το διδαγμένο κείμενο σχετικά α) με τα μυστικά της εφηβείας, β) τα συναισθήματα των κοριτσιών γ) τον τρόπο που τα εκφράζουν.

Τετράδιον της Μαθητρίας

Κοιμάμαι κι ονειρεύομαι προβλήματα
όλα τα πυθαγόρεια θεωρήματα
τα θαύματα της τριγωνομετρίας
μέσα στο μπλε «Τετράδιον της Μαθήτριας».

Απ’ την αρχή την Κάθοδο των Αχαιών
τις μάχες των Ελλήνων κατά των Περσών
να μάθω για τον πόλεμο της Τροίας
μέσα στο μπλε «Τετράδιον της Μαθήτριας».

Των αγοριών τα κεφαλαία ονόματα
και τα γυμνά σχεδιασμένα σώματα
παλιόλογα και λόγια της λατρείας
μέσα στο μπλέ «Τετράδιον της Μαθητρίας».

Τετράδιον της Μαθητρίας, «Τα ρω του έρωτα», Οδυσσέα Ελύτη, 1972.

  1. Επίσης προσφέρονται για συνδιδασκαλία και τα ακόλουθα έργα, που πραγματεύονται ζητήματα της εφηβικής ζωής των κοριτσιών και αποτελούν σπουδαία πηγή για παράλληλα κείμενα:

Ø Αστραδενή, Ευγενία Φακίνου, Εκδόσεις Κέδρου, 1989

Ø Τα ψάθινα καπέλα, Μαργαρίτα Λυμπεράκη, Εκδόσεις Κέδρου, 1985.

Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου

  1. Ποια είναι η διάθεση των κοριτσιών την πρώτη μέρα της επιστροφής τους στο σχολείο μετά τις καλοκαιρινές διακοπές και με ποιους τρόπους την εκδηλώνουν;

 

Οι μαθήτριες την πρώτη μέρα της νέας σχολικής χρονιάς είναι γεμάτες ενθουσιασμό, χαρά και αισιοδοξία. Έχουν χιλιάδες πράγματα να μοιραστούν με τις φίλες τους, «μικρά και μεγάλα μυστικά». Λαχταράνε να μιλήσουν για τις εντυπώσεις τους από τους τόπους που επισκέφθηκαν, και τις νέες εμπειρίες τους, για τα εφηβικά φλερτ του καλοκαιριού. και πάνω απ’ όλα χαίρονται που ξαναβρίσκονται όλες μαζί. Τα συναισθήματά τους αποτυπώνονται στα πρόσωπά τους: («μάτια λαμπερά γεμάτα θάλασσες, και βουνά, γεμάτα παιχνίδια, γεμάτα τρέλες»).Τη χαρά τους την εκδηλώνουν με  «αγκαλιές, φιλιά, γέλια, φωνές και ψιθύρους» αλλά και με τη ανάλαφρη διάθεση, το κέφι και τη ζωηράδα τους. Περιγράφουν με ατελείωτες λεπτομέρειες όσα είδαν και όσα έζησαν.  Η χαρά τους εντείνεται, όταν ξανασυναντούν την αγαπημένη τους φιλόλογο, την Κα (Αλεξάνδρα) Κλάρα και ξεσπούν σε ζωηρές επευφημίες και χειροκροτήματα.  Όταν μάλιστα  το θέμα της έκθεσης τούς δίνει την ευκαιρία να παρατείνουν τις θερινές τους διακοπές και να τις ξαναζήσουν με τη φαντασία τους, τότε εκδηλώνουν τον ενθουσιασμό τους αρχίζοντας την έκθεση με το μυαλό τους απ΄το διάλειμμα ακόμη, χωρίς μολύβι και χαρτί.

  1. Βρείτε στο κείμενο και σχολιάστε σημεία που φανερώνουν τη σχέση των μαθητριών μεταξύ τους, με το σχολείο και τους καθηγητές τους. Συγκρίνετε τα ευρήματα με τις δικές σας εμπειρίες και σχέσεις.

α) Τα κορίτσια  της «Σχολής Θηλέων» είναι πολύ συνδεδεμένα μεταξύ τους, όπως φαίνεται από τις πρώτες αντιδράσεις χαράς και ενθουσιασμού, «Η τάξη γιορτάζει τη χαρά…τις καλοκαιριάτικες αναμνήσεις» και τις παρατηρήσεις τους , που φανερώνουν ότι  ξέρουν πολλές λεπτομέρειες της ζωής η μία της άλλης («που αλλού; -στο Χιλιομόδι», «η Μίνα έχει έντεκα αδέλφια», «Τα ξέρουμε…τα ξέρουμε, μας τα  ‘χεις ξαναπεί»)

Η σχέση με το σχολείο προβάλλεται σε δύο επίπεδα. Η τυπική, αυστηρή Ερασμία (Δελαπόρτα), «με το ράσο της και τις μαύρες παντόφλες» εκπροσωπεί τη συντηρητική, καταπιεστική πλευρά του σχολείου, που επιβάλλει στρατιωτική πειθαρχία και συνθλίβει τον αυθορμητισμό. Η Διευθύντρια προκαλεί περισσότερο το φόβο, παρά το σεβασμό. Γι’ αυτό και οι μαθήτριες την αντιμετωπίζουν παγερά χωρίς επευφημίες, ενώ στην Κα Κλάρα επιφυλάσσουν θερμές εκδηλώσεις χαράς «έγινε χαλασμός από τα πολλά χειροκροτήματα». Η  χαρισματική Κα Κλάρα εκπροσωπεί την  ευχάριστη πλευρά του σχολείου.  Πιάνει το σφυγμό των παιδιών,  εμπνέει,  δίνει κίνητρα, για να εργαστούν και να εξελιχθούν και κυρίως τους αναγνωρίζει το δικαίωμα να είναι ο εαυτός τους και να εκφράζονται ελεύθερα («θα είστε ελεύθερες, να γράφετε σωστά,….. ό,τι προτιμάτε»). Έτσι, τα παιδιά ακόμη και στο διάλειμμα επεξεργάζονται το θέμα της έκθεσης (« Πριν ακόμα χτυπήσει το κουδούνι, χωρίς μολύβι και χαρτί…την έκθεση της»).και οι πρώτες μέρες στο σχολείο είναι πανηγύρι «Κι ήταν η πρώτη μέρα στο σχολείο πανηγύρι». «Οι μαθήτριες ενθουσιάστηκαν. Ήταν η έκθεση από το κοντινό τους χτες».Η αντίδρασή τους προς το πρόσωπο της καινούριας καθηγήτριας είναι ενθουσιώδης, «Η αγαπημένη καθηγήτρια ανέβηκε στην έδρα», Η δεσποινίς Κλάρα είχε διαλέξει Το θέμα!.

β) Οι μαθητές καλούνται να εκφράσουν ελεύθερα και τα προσωπικά τους αισθήματα από τη σχολική ζωή και των συμμαθητών τους, όπως τα προσλαμβάνουν από τις συζητήσεις τους. Μπορούν δε να εκτιμήσουν αν και κατά πόσο οι δικές τους εμπειρίες  αποτελούν εξαίρεση ή αν εκφράζουν το γενικό κανόνα. Η απάντησή τους μπορεί να δώσει αφορμή για  δημιουργική συζήτηση μέσα στην τάξη.

  1. Ποιος αφηγηματικός τρόπος κυριαρχεί στο απόσπασμα και πώς επιδρά στον αναγνώστη η επιλογή αυτή;

Η συγγραφέας στο μεγαλύτερο μέρος του αποσπάσματος χρησιμοποιεί τον διάλογο δίνοντας στην αφήγηση έντονο θεατρικό χαρακτήρα. Μ’ αυτή την αφηγηματική επιλογή επιδιώκει, εξάλλου, να μεταδώσει στον αναγνώστη το κλίμα που επικρατούσε την πρώτη μέρα στο σχολείο και τον παλμό της τάξης.  Καταγράφοντας αυτούσιες τις συζητήσεις και τα πειράγματα, που εκτυλίσσονται ανάμεσα στις μαθήτριες,  διατηρεί  τη φρεσκάδα και την αυθεντικότητα της γλώσσας των εφήβων, χωρίς να παρεμβαίνει η ενήλικη πια συγγραφέας. Η αφήγηση αποκτά, επίσης, ζωντάνια, παραστατικότητα, κυλάει με ταχείς ρυθμούς και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη.  Ο διάλογος  έχει όμως και ηθογραφική  λειτουργία, η οποία γίνεται περισσότερο φανερή στο σύνολο του έργου. Μέσω του διαλόγου ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να σχηματίσει ολοκληρωμένη εντύπωση για τους χαρακτήρες και τα συναισθήματα κυρίως της Ζωρζ, της Άλκης, της Αθηνάς, αλλά και των ηρώων, που κινούνται σε δεύτερο πλάνο.

  1. Βρείτε σημεία στα οποία η αφηγήτρια σχολιάζει πρόσωπα και πράγματα τα οποία δε μπορούσε λογικά να ξέρει. Πώς ονομάζεται αυτός ο τύπος του αφηγητή και ποιες δυνατότητες προσφέρει στην αφήγηση.

Στο μεγαλύτερο μέρος του κειμένου αναφέρονται πληροφορίες για τη ζωή, τις σκέψεις και τις επιθυμίες των ηρώων που λογικά δεν θα μπορούσε να γνωρίζει η αφηγήτρια-συγγραφέας.  Αυτά είναι οι σκέψεις των κοριτσιών π.χ. («Πρέπει η δική μου να είναι καλύτερη. σκεφτόταν η Ζωρζ. Ήθελε να ξεπλύνει την περσινή ντροπή της αντιγραφής. Αν τα  κατάφερνε να πάρει άριστα ή έστω ένα λίαν καλώς, τότε θα ομολογούσε στη δεσποινίδα Κλάρα την απάτη και θα της ζητούσε συγγνώμη») ή ακόμα πληροφορίες που αφορούν το μέλλον : «Η Ποζέλι δεν θα’ ρθει φέτος στο σχολείο». Επίσης, η αφηγήτρια αποκαλύπτει πληροφορίες, τις οποίες οι ηρωίδες κράτησαν κρυφές από τις συμμαθήτριές τους π.χ. «Δεν τους είπε πως ο Αιμίλιος…..Τώρα τον σκέφτεται» .

   Ο τύπος αυτός του αφηγητή ονομάζεται «παντογνώστης», γιατί διεισδύει ακόμη και στην ψυχή των ηρώων και γνωρίζει  λεπτομέρειες  για τη ζωή τους, τις μύχιες σκέψεις τους, μέχρι και την εξέλιξή τους στο μέλλον. Με αυτή την τεχνική η συγγραφέας μπορεί να φέρει στην επιφάνεια τα βαθύτερα συναισθήματα των ηρώων, να φωτίσει τα κίνητρά τους και να αποκαλύψει πτυχές της προσωπικότητάς τους, που δίνουν άλλες διαστάσεις στη δράση τους. Εξυπακούεται ότι ο αφηγητής- παντογνώστης έχει απεριόριστη εξουσία πάνω στους ήρωές του και επιλέγει κάθε φορά εκείνα τα στοιχεία που θέλει να φέρει στο φως και όσα θέλει να κρατήσει στη σκιά. (βλέπε περισσότερα στην ενότητα αφηγηματική τεχνική)

 

  1. Γράψτε εσείς την έκθεση που θα έγραφε η Ζωρζ για τις θερινές διακοπές της.

Οι μαθητές μπορούν να βασιστούν στις αδρές πληροφορίες του κειμένου, από τα σχετικά χωρία, που σημειώνονται παρακάτω, να τις αναπτύξουν  και στη συνέχεια να διανθίσουν την περιγραφή με λεπτομέρειες, εικόνες, συναισθήματα  και δικά τους σχόλια. Σημαντικό είναι να μην προδοθεί η ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής με στοιχεία που ανήκουν στη σύγχρονη εποχή (αναχρονισμούς).

Χωρία:

Ø «Η Ζωρζ ξυπόλυτη στο Καβούρι»

Ø «Φεύγαμε με τη Ρενέ πρωί, πολύ πρωί, για να προλάβουμε τη θάλασσα λάδι και γυρίζαμε για φαγητό περασμένες δύο. Τα βραδια…»

Ø «Θα τα έγραφε όλα, για την καφασωτή παράγκα, τη θάλασσα στα πόδια τους, τις βουτιές από τον ψηλό βράχο και τα τραγούδια της παρέας  στην ακρογιαλιά με την πανσέληνο που ανατέλλει. Αχ πώς να περιγράψει αυτή την ασημένια γραμμή που σκίζει στα δύο  την ασάλευτη θάλασσα.»

Ø «Όταν σαν τη Θεά Αθηνά κατέβαινε το λοφάκι, με το σεντόνι άσπρη χλαμύδα και με το χρυσαφί κοντάρι, το ξύλο που είχε βάψει η χρυσοχέρα η Ρενέ! Κυρίαρχος του κόσμου!»

Ἀλληλεγγύη, Γιώργος Σεφέρης

Ἀλληλεγγύη

Εἶναι ἐκεῖ δὲν μπορῶ ν᾿ ἀλλάξω
μὲ δυὸ μεγάλα μάτια πίσω ἀπ᾿ τὸ κύμα
ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ φυσᾶ ὁ ἀγέρας
ἀκολουθώντας τὶς φτεροῦγες τῶν πουλιῶν
εἶναι ἐκεῖ μὲ δυὸ μεγάλα μάτια
μήπως ἄλλαξε κανεὶς ποτέ του.

Τί γυρεύετε; τὰ μηνύματά σας
ἔρχουνται ἀλλαγμένα ὡς τὸ καράβι
ἡ ἀγάπη σας γίνεται μίσος
ἡ γαλήνη σας γίνεται ταραχὴ
καὶ δὲν μπορῶ νὰ γυρίσω πίσω
νὰ ἰδῶ τὰ πρόσωπά σας στ᾿ ἀκρογιάλι.

Εἶναι ἐκεῖ τὰ μεγάλα μάτια
κι ὅταν μένω καρφωμένος στὴ γραμμή μου
κι ὅταν πέφτουν στὸν ὁρίζοντα τ᾿ ἀστέρια
εἶναι ἐκεῖ δεμένα στὸν αἰθέρα
σὰ μιὰ τύχη πιὸ δική μου ἀπ᾿ τὴ δική μου.

Τὰ λόγια σας συνήθεια τῆς ἀκοῆς
βουίζουν μέσα στὰ ξάρτια καὶ περνᾶνε
μήπως πιστεύω στὴν ὕπαρξή σας
μοιραῖοι σύντροφοι, ἀνυπόστατοι ἴσκιοι.

Ἔχασε τὸ χρῶμα του πιὰ αὐτὸς ὁ κόσμος
καθὼς τὰ φύκια στ᾿ ἀκρογιάλι τοῦ ἄλλου χρόνου
γκρίζα ξερὰ στὸ ἔλεος τοῦ ἀνέμου.

Ἕνα μεγάλο πέλαγο δυὸ μάτια
εὐκίνητα καὶ ἀκίνητα σὰν τὸν ἀγέρα
καὶ τὰ πανιά μου ὅσο κρατήσουν, κι ὁ θεός μου.

 

Μικρή συμβουλή για την Ορθογραφία, Νο 25

Κολάζ του Gabriel Nardelli πάνω σε πίνακα του Guido Reni

 Κείμενο: Β. Δ. (ΜΩΒ ΚΙΜΩΛΙΑ) 

Ωστόσο, δείτε και εδώ

“Πρεσβεία προς Αχιλλέα”, Ιωάννα Σπηλιοπούλου

Η καρδιά του Αχιλλέα, γλυπτό, Ιsmail Bulut

 

Πρεσβεία προς Αχιλλέα[1] Ιωάννα Σπηλιοπούλου*

 

 

 

«Μανίζει ο Έκτωρ μ’ έπαρσιν πολλήν στην δύναμίν του,

 και στον Κρονίδην θαρρετός…»

‒Α-πα-ρά-δε-κτος!

‒Ο Αχιλλέας που δε βοηθά τους Αχαιούς, ε;

‒Όχι.

‒Ο Οδυσσέας τότε; Νομίζεις ότι όσα λέει…

‒Όχι. Ο διερμηνέας του Ομήρου. Τον περσινό κύριο τον καταλαβαίναμε. Γιατί δε μετέφρασε και την Ιλιάδα;

‒Μανίζει, όνειδος, χολωμένος… πού τα βρίσκει;

‒Μα ο Ιάκωβος Πολυλάς έζησε, είπαμε, τον 19ο αιώνα. Ο Δημήτρης Μαρωνίτης μετέφρασε και την Ιλιάδα, εκτός από την Οδύσσεια. Απλώς το υπουργείο δεν…

‒Όνειδος!      

 

{στη σκηνή του Β1, 2η ώρα Πέμπτης,

εφήμερα χρονικά σε μια εφηβεία

ρόλος στον τοίχο (τι θα ήσουν χωρίς τα σεμινάρια του Θεάτρου στην Εκπαίδευση😉

ρόλος[2] στον πίνακα ‒ επιτέλεση

δάσκαλος: αδύνατο επάγγελμα που διεισδύει σε κάθε κύτταρό σου

διηνεκής ενέργεια ροή σπάταλη

‒hommage à ma Mentore, Marie-Hélène Pliaka‒

δέρμα σμιλεμένο αγωνίαυπομονήενθουσιασμόburnout

σκληρή χειρωναξία ‒ υλικό / αερικό ‒ ad astra

ξέφωτα και μαζική βιομηχανική παραγωγή

στο μυχό της τάξης στο ρυθμό

παρούσα· σώμα αφηγούμενο

κατοικούμενο από θραύσματα κειμένων ‒ ανάγνωση σαν προσευχή

δέντρο μετακινούμενο με ρίζες στους διαδρόμους θα γυρνάς / τους ίδιους.

Και στες αίθουσες τες ίδιες θα γερνάς

μια χορογραφία· τι είναι αυτό που σε κινεί; ρωτά η Πίνα Μπάους

…«η προσέγγιση του ποιήματος είναι σπουδή σώματος ζωντανού και σφριγώντος»· «να χτίζουμε την ψυχή του παιδιού» γράφει στα Ελληνικά του «στην πέτρα της ζωής» ο Δάσκαλος που σε διαμόρφωσε, μια φωνή από τον Ταΰγετο ‒ συνηχώντας με μια φωνή από το Μαίναλο, του πατέρα σου

κυκλοτερής παλίρροια το σχολικό έτος

ποιοι μιλούν πίσω από τη μάσκα; φέτος ασφυξία

πέρυσι Μεακούτεκυρία;}

‒Το βρήκα: σασμό πρέπει να κάνουν ο Αχιλλέας κι ο Αγαμέμνονας. Βλέπω τη σειρά.

‒Ας συνεχίσουμε. Συμπληρώνουμε τη δομή του λόγου του Οδυσσέα στο…

‒Α, ξέχασα να σας πω ότι ξέχασα το φυλλάδιο.

 «Χώρες περίφημες επτά της δίδει (…)

την Καρδαμύλην…»

‒Το χωριό της νονάς μου!

‒Τι δώρα είναι αυτά; Ποιος θέλει άκλαυτους τρίποδες; Α-πα-ρά-δε-κτο τρολ τελικά αυτός ο Αγαμέμνονας!

‒ Άκαυτους λέει.

‒Στη θέση του τι θα προσφέρατε στον Αχιλλέα, για να τον πείσετε να ξαναφορέσει την πανοπλία του;

‒DiRT Rally. Να παίξει, να ξεδώσει, να καεί.

‒Drone φυσικά! Τρέμε, Έκτορα…

‒Polaroid φωτογραφική και ταξιδάκι στην Ιαπωνία.

‒AirPods Apple για μουσικούλα ‒ ηρεμεί.

‒Πένα μαύρη ‒ να γράφει με μαύρο δάκρυ.

‒Ακραίο!

{όταν μπαίνεις η σύσταση του αέρα θαλπωρή

εφηβικές ανάσες· συνανασαίνεις

ανάμεσα στο πρόσωπό σου και στο πρόσωπό σου

μια τρυφερή μορφή παιδιού γράφεται και σβήνει

[κάτοπτρο]

όσα μαθαίνεις αδαής

οικονομία του δώρου χώμα του μυστηρίου

άυλο αποθετήριο κοινής μνήμης

σε κάθε λοξή τάξη

Ένα σημείο Ένα σημείο
και σ’ αυτό πάνω ισορροπείς και υπάρχεις
(…) και σ’ αυτό μπορείς απέραντα να προχωρήσεις}

«(…) και αυτή εγώ την κόρην,

αν και πολέμου λάφυρον…»

‒Α, όχι, αρχίζει πάλι το δράμα… Να σκρολάρουμε προς τα κάτω;

‒Α-πα-ρά-δε-κτος! Δούλα μου, Βρισηιδούλα μου.

‒Και ανώριμος. Δεν τον αντέχω. Ο Αχιλλέας, κυρία, κάνει σαν έφηβος
που δεν έχει δει ποτέ γυναίκα γυμνή και όλο τη φαντάζεται ‒ το έχετε
σκεφτεί ποτέ;

{Κάθε καιρός κι ο Τρωικός του πόλεμος.

Όλα ανακυκλώνονται ‒ τι μένει;

σαν εκείνον το συγγραφέα που σκόρπισε τα χειρόγραφά του στο χιόνι

ανυπεράσπιστη αράχνη ανάερα υφαίνει μεταξένιο ιστό

πλέγμα από ονειρικές ίνες και γήινες

σπίθες νύξης

ένας αυλός αγάπης παλμός

όταν στη λήθη οι ζωντανές λέξεις και ο εαυτός

έκλειψη έλλειψη ρωγμή

[σιωπή]

Ο καλός δάσκαλος κρίνεται από το στραβοπάτημά του[3] γράφει ο Ρεκαλκάτι

η αβεβαιότητα λυδία λίθος για την ακεραιότητα

(s)(e)ducere σαγηνεύω-εκπαιδεύω-οδηγώ; / τεχνοκράτες που
βιοπορίζονται από μπουλετάκια για τα αρνητικά της τεχνοκρατικής
εκπαίδευσης /  ανταλλακτική οικονομία / δημαγωγία προγυμνάστρια για την
κατοπινή, την ενήλικη υπακοή και θέλω να μου βάζετε τα μυαλουδάκια σας σε λειτουργία στα τεστάκια

Σκια-μαχία αντί να φωνασκώ και να συμφύρομαι.}

«Ότι δεν κρίνω θησαυρόν αντάξιον της ψυχής μου…» καταλήγει ο
Αχιλλέας, απορρίπτοντας τα δώρα του Αγαμέμνονα. Μεταξύ ονείδους και
τιμής εκείνος κι εμείς. Τιμημένος απ’ έξω ή από μέσα ο δάσκαλος; Βιβλίο
ύλης: ραψωδία Ι, στίχοι 225-431 (με βάση τις οδηγίες διδασκαλίας για το
τρέχον σχολικό έτος, προορίζεται μόνο για ανάγνωση σε ένα δίωρο).

* Η Ιωάννα Σπηλιοπούλου είναι φιλόλογος.

 

 

[1] Στη ραψωδία Ι της Ιλιάδας πρεσβεία
εκ μέρους του Αγαμέμνονα επισκέπτεται τον Αχιλλέα, ο οποίος έχει
αποχωρήσει από τη μάχη έπειτα από τη σύγκρουσή τους. Αφού περιγράψει τη
δεινή θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι Αχαιοί, ο Οδυσσέας απαριθμεί τα
πλούσια τιμητικά δώρα, με κορυφαίο την επιστροφή της Βρισηίδας, που θα
προσφέρει ο αρχιστράτηγος στον Αχιλλέα αν αποφασίσει να ξαναπολεμήσει.

 

[2] «Δεν
έλεγα πως ήμουν τίποτα. Ήμουν κάτι περισσότερο από δάσκαλος. Και κάτι
λιγότερο. Μέσα στην τάξη είσαι λοχίας εκπαιδευτής, ραβίνος, ένας ώμος
για να κλάψει ο μαθητής, κέρβερος, τραγουδιστής, χαμηλού επιπέδου
επιστήμονας, γραφιάς, διαιτητής, παλιάτσος, σύμβουλος, όργανο ελέγχου
τ
ης ενδυματολογικής ευπρέπειας, διευθυντής ορχήστρας, απολογητής,
φιλόσοφος, συνεργάτης, χορευτής κλακετών, πολιτικός, ψυχοθεραπευτής,
οικειοθελές κορόιδο, τροχονόμος, παπάς,
μητέρα-πατέρας-αδελφός-αδελφή-θεία-θείος, λογιστής, τιμητής, ψυχολόγος, η
σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι» (Φρανκ Μακ Κορτ, Ο δάσκαλος. Μια αυτοβιογραφία, Scripta, Αθήνα 2006).

 

[3] Η ώρα του μαθήματος. Για την ερωτική διάσταση της διδασκαλίας, μετάφραση: Άννα Πλεύρη, Γιοβάνα Βεσσαλά, επιμέλεια-θεώρηση μετάφρασης: Τάκης Γκόνης, Κέλευθος, Αθήνα 2020.

 

Φωτογραφία: Εγκατάσταση του Ζάφου
Ξαγοράρη. Η υπαίθρια αυτή τάξη αναφέρεται σε μορφές εκπαίδευσης που
ιστορικά εφαρμόζονται σε συνθήκες κρίσης (όπως πόλεμος, σεισμός,
στρατόπεδο συγκέντρωσης, κλπ.), όταν δηλαδή υπάρχει αδυναμία διδασκαλίας
σε στεγασμένο χώρο… Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

(Αναδημοσίευση από το Περιοδικό Νέα Παιδεία, Λογοτεχνική ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ τευχ.182ο 07/07/2022)

Artist: Mia-Mikura-Miyagino
 

 


 

Νυχτερινό, Ναπολέων Λαπαθιώτης


A. Εισαγωγικές
επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Στην ώριμη
ποιητική του περίοδο ο Ν. Λαπαθιώτης προσχώρησε 
στο ποιητικό κίνημα  του
νεοσυμβολισμού (Ο όρος νεοσυμβολισμός δηλώνει τη διάθεση των Ελλήνων
συμβολιστών μετά τα 1910 να δώσουν στα ποιήματά τους  κοινωνικές προεκτάσεις ) και συμπορεύτηκε
αισθητικά με τον Μ. Παπανικολάου, τον Κ.Καρυωτάκη και τον Τέλλο Άγρα. Ο
Συμβολισμός γεννήθηκε  στη Γαλλία, κάλυψε
την περίοδο από τα 1885 μέχρι τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο. Εισηγητής του ήταν ο
Μπωντλαίρ με το έργο «Τα άνθη του κακού» και ακολούθησαν ως κύριοι εκπρόσωποι ο
Ρεμπώ, ο Βερλαίν, ο Μαλλαρμέ. Ο συμβολισμός γεννήθηκε ως αντίδραση στην
ψυχρότητα του παρνασσισμού, στην απρόσωπη και αντικειμενική έκφραση, εξαπλώθηκε
σε όλη την Ευρώπη και επηρέασε κυρίως την ποίηση. Έλληνες εκφραστές αυτής της
τεχνοτροπίας είναι ο Ι. Γρυπάρης, ο Α. Μελαχρινός, ο Κ.Χατζόπουλος, ο Ν.
Λαπαθιώτης, σε μερικά του έργα ο Κ. Παλαμάς, ο Λ. Μαβίλης, ο Κ. Καρυωτάκης και.
ο Κ. Π. Καβάφης. 

Ονομάστηκε συμβολισμός, γιατί ο ποιητής επιλέγει μια εξωτερική
εικόνα, που την ανάγει σε σύμβολο, για να υποβάλλει ένα υποκειμενικό αίσθημα,
μια εσωτερική διάθεση, μια φευγαλέα εντύπωση και να προκαλέσει όχι σκέψη αλλά
συγκίνηση. Παράλληλα, ο Συμβολισμός εισήγαγε νέες αισθητικές αρχές για την
ποίηση και όρισε νέους στόχους της ποιητικής δημιουργίας.  Τα βασικότερα γνωρίσματά του είναι τα
ακόλουθα:

      
i.    
Ο
ποιητής δεν ενδιαφέρεται να μεταδώσει με το ποίημά του κάποια ιδέα ή μια
συγκεκριμένη θέση, να προκαλέσει διανοητική διέγερση και προβληματισμό για
κάτι, αλλά να εγείρει συναισθήματα και να υποβάλει αισθητική συγκίνηση

    
ii.    
Μια
εικόνα, που την εμπνέεται από το εξωτερικό περιβάλλον και τη φύση γίνεται
σύμβολο αυτής της εσωτερικής διάθεσης.

  
iii.    
Λεπτομερής
περιγραφή της εικόνας δεν υπάρχει, αλλά επικρατεί ασάφεια  και ρευστότητα, υποκειμενισμός. Αποτυπώνεται
μια φευγαλέα εντύπωση.

  
iv.    
Οι
εικόνες δείχνουν να μην έχουν συνοχή

    
v.    
Ο
ποιητής αφήνει την ψυχή του να ξεχυθεί 
ελεύθερα αποφεύγοντας όμως τον ψεύτικο, επιτηδευμένο συναισθηματισμό.

  
vi.    
Επειδή
κύριο μέλημα του ποιητή είναι να εκφράσει τον συναισθηματικό του κόσμο και να
συνταυτιστεί ο αναγνώστης, πιστεύει ότι η μορφή του ποιήματος και όχι τόσο το
περιεχόμενο  θα βοηθήσουν στο τελικό
αποτέλεσμα.

 vii.    
Έτσι επιλέγει προσεκτικά τις
λέξεις  με κριτήριο κυρίως τον ήχο τους,
τις συγχορδίες που δημιουργούνται μεταξύ τους, τη μουσικότητά τους, το ηχητικό
ερέθισμα που θα διεγείρει το αυτί του αναγνώστη. Γενικά συνδέει την ποίηση με
τη μουσική.

viii.    
 Με τη μουσική της ποίησής του συνήθως
υποβάλλει μελαγχολικά συναισθήματα, ρέμβης, νοσταλγίας. Το ποίημα συνήθως
προδίδει μια τάση φυγής ή αναπόλησης για κάτι χαμένο

  
ix.    
Η
συμβολιστική ποίηση δανείζεται συχνά μοτίβα του Ρομαντισμού

    
x.    
Ακολουθεί
ποικιλία μέτρων και ρυθμών και ο στίχος είναι ελεύθερος

  
xi.    
Αποφεύγει
την εκζήτηση στο στίχο και τη ρητορεία.

 xii.    
Η εικόνα – σύμβολο, η ρευστότητα,
η υποβλητικότητα, η ασάφεια,  η
μουσικότητα , η μονοτονία, η ελευθερία του στίχου,  όλα συνεργάζονται προς τη δημιουργία  ατμοσφαιρικής ποίησης.

Αυτών
των αισθητικών αντιλήψεων  γέννημα είναι
και το «Νυχτερινό».

Γραμματειακό είδος:   Συμβολιστικό
ποίημα. Συγκεντρώνει μάλιστα τα πιο βασικά γνωρίσματα του συμβολισμού.

 Το Νυχτερινό δημοσιεύτηκε στα 1939.

 

Ενδεικτική
προσέγγιση – Ανάλυση του κειμένου

 

Το θέμα

Ο ποιητής
εκφράζει τη θλίψη και το παράπονό του από τον αποχωρισμό ενός αγαπημένου
προσώπου, που το βλέπει από την ακτή να απομακρύνεται και να χάνεται μέσα σε
ένα πλοίο.

 

Ο τίτλος

Ο τίτλος του
ποιήματος θυμίζει ομώνυμες μουσικές συνθέσεις, όπως τα 3 Νυχτερινά του Ντε
Μπυσσύ ή τα 20 Νυχτερινά του Σοπέν,
μελωδικά έργα (για πιάνο), που απελευθερώνουν ήσυχα κύματα λυρισμού και  αναδίδουν 
ένα αίσθημα γλυκιάς  μελαγχολίας.

 

Δομή

Το ποίημα
δομείται σε τέσσερις δίστιχες στροφές, που δίνουν ένα ολοκληρωμένο νόημα.. Ο
ποιητής με κάθε μια  ζωγραφίζει μια
εικόνα, που θα μπορούσε να σταθεί και αυτόνομα Στο τέλος οργανώνει τις εικόνες σε
ένα φεγγαρόλουστο νυχτερινό τοπίο και χρωματίζει έναν μελαγχολικό πίνακα.. Κάθε
στροφή προβάλλει ένα στοιχείο ως κυρίαρχο. Έτσι:

·       Α΄
στροφή

το πράσινο φεγγάρι

·       Β΄
στροφή
→ μια φωνή αποχαιρετισμού

·      
Γ΄ 
στροφή
→ το βαπόρι φεύγει

·      
Δ΄ στροφή → το μεγάλο παράπονο

 

Αυτά τα 4 στοιχεία φωτίζουν και την ελλειπτική
ιστορία , το μύθο του  ποιήματος και μας
καθοδηγούν:

Μια
νύχτα (φεγγάρι) ακούγεται ο αποχαιρετισμός (φωνή) από ένα αγαπημένο πρόσωπο,
που φεύγει μακριά και ίσως για πάντα (βαπόρι), αφήνοντας τον ποιητή στην
προκυμαία μόνο, έρημο, μελαγχολικό  και
πονεμένο ( παράπονο).

Πρώτη ενότητα:  το
φεγγάρι

Με τον πρώτο
στίχο
στήνεται το ποιητικό σκηνικό και προσδιορίζεται ο χρόνος. Ένα μεγάλο
πράσινο φεγγάρι δεσπόζει μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Λάμπει, αλλά δε φωτίζει τίποτε
άλλο. Κανένα επεισόδιο δεν καταγράφεται, καμία άλλη εικόνα δεν προβάλλεται.
Ούτε τα συναισθήματα του παρατηρητή έρχονται στην επιφάνεια. Η περιγραφή είναι
στοιχειώδης και αντικειμενική. Μόνο η καταληκτική φράση στον δεύτερο στίχο
(τίποτ’ άλλο) ενέχει κάποιο υπαινιγμό. Ότι τίποτε δεν αλλάζει. Όλα είναι
μονότονα. Το τοπίο είναι ρομαντικό και το επίθετο πράσινο πλάι στο φεγγάρι
ερεθίζει τη φαντασία, δίνοντας μια εικόνα εξωπραγματική  στη σελήνη.

 

Δεύτερη
ενότητα:  η φωνή

Η δεύτερη
στροφή  υφαίνεται με μια ολοκληρωμένη
ηχητική εικόνα. Ανάμεσα στο θόρυβο και την οχλαγωγία ο ποιητής ξεκρίνει μια
φωνή, όχι λόγω της έντασής της αλλά λόγω του οικείου, γνώριμου  ηχοχρώματος, επειδή ανήκει σε ένα αγαπητό
πρόσωπο. Κάτι λέει, κάτι φωνάζει και ύστερα παύει. Σωπαίνει ή απομακρύνεται και
δεν ακούγεται πια.  Και πάλι η βραδιά
βυθίζεται στη σιωπή.

 

Τρίτη
ενότητα:  το βαπόρι

Η Τρίτη
στροφή επικεντρώνεται σε ένα άλλο αντικείμενο. Ο ποιητικός φακός εστιάζει τώρα
σε ένα βαπόρι. Μας βοηθά να συνδυάσουμε τα δεδομένα. Το πλοίο και όχι ένα οποιοδήποτε πλοίο,
σιγά-σιγά  αποπλέει, απομακρύνεται ,
δίνει το τελευταίο σινιάλο του, το φωτεινό του στίγμα, όπως λίγο πριν έστειλε
το τελευταίο σινιάλο της η φωνή, το ηχητικό της στίγμα, και σβήνει στον
σκοτεινό ορίζοντα. Έτσι όπως επιστρατεύει ο ποιητής τα τοπικά κινητικά
επιρρήματα πέρα, μακριά και τα συμπλέκει με το ρήμα φεύγει δίνει προοπτική  στην
αργή κίνηση του βαποριού πάνω στο υδάτινο τοπίο. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός
ότι,  αν και πρόκειται για νυχτερινό θαλασσινό
τοπίο, ο ποιητής δεν φυλάει ούτε μια λέξη για τη θάλασσα. Η νύχτα, το
φεγγαρόφωτο, ο αποχωρισμός ήταν πάντα αγαπημένα θέματα, εικόνες- φετίχ για τους
ποιητές. Όσο όμως ελκυστική κι αν ήταν η ιδέα της θάλασσας, η ποιητική έμπνευση
δεν υπέκυψε στον πειρασμό της. Ίσως γιατί η μαγεία της και οι μεταμορφώσεις της
κάτω από το θεατρικό προβολέα του φεγγαριού θα υπονόμευε την ιδέα της
μονοτονίας, που θέλει να υποβάλλει το ποίημα. Ωστόσο, ακριβώς επειδή τα σύμβολα
απευθύνονται στο υποσυνείδητο και ζωντανεύουν αρχέτυπες εικόνες διαβάζοντας και
κυρίως ακούγοντας το ποίημα είναι σαν να 
βλέπουμε θάλασσα.   Το βαπόρι ήταν
μέρος του νυχτερινού σκηνικού, ήταν από την αρχή εκεί και ο ποιητής είχε
στυλωμένα μάτια, αυτιά, νου  και ψυχή σ’
αυτό, όπως προδίδει το οριστικό άρθρο ( το
βαπόρι) και το πρόσωπο που φώναξε το τελευταίο του αντίο ή το στερνό του
χαιρετισμό ή μια απελπισμένη υπόσχεση ήταν ανάμεσα στους επιβάτες. Δεν
ακούγεται πια. Ούτε φαίνεται.

 

Τέταρτη
ενότητα:  το παράπονο

Η τέταρτη
στροφή έρχεται να αποκαλύψει το ποιητικό υποκείμενο, το πρόσωπο δηλαδή  που προσλαμβάνει όλα τα εξωτερικά ερεθίσματα,
τα οποία δέσποζαν στις προηγούμενες στροφές και τα μεταβολίζει με τον δικό του
τρόπο. Βλέπει, ακούει, εκφράζεται, 
νιώθει και κυρίως πάσχει. Μόλις αποχαιρέτησε ένα αγαπημένο πρόσωπο ή ένα
ιδανικό, ή τη θαλπωρή μιας ιδέας ή ένα κομμάτι από τη ζωή του, ή την ελπίδα για
κάτι ωραίο και απέμεινε έρημος, ορφανός από εικόνες και προσδοκίες, βυθισμένος
στη θλίψη και την εγκατάλειψη. Ο ποιητής εκφράζει πόνο. Δεν είναι ο πόνος του
χωρισμού που υποβάλλεται οριστικός και αμετάκλητος, αλλά, όπως μας αποκάλυψαν
οι προηγούμενες στροφές, είναι ότι έζησε τον αποχωρισμό βήμα – βήμα. Η τέταρτη
στροφή τοποθέτησε τον ήρωα του ποιήματος και συναισθηματικά απέναντι στο πλοίο
που απομακρύνεται και γεωγραφικά: Τώρα αισθανόμαστε ότι στεκόταν και στέκεται
ακόμη στην αποβάθρα και το πρόσωπο που έφυγε ήταν στο κατάστρωμα  του βαποριού. Ίσως στρέφοντας το βλέμμα ψηλά
για να Από αυτό το παρατηρητήριο, υψώνοντας ίσως το βλέμμα προς την αγαπημένη
του μορφή, εστίασε το φακό του στο φεγγάρι, στο πλήθος, στο πλοίο και τελικά
στο βάθος της ψυχής του. Το γεγονός ότι το αντίο είναι «νυχτερινό» έχει
ιδιαίτερη σημασία για την ένταση και το βάθος των συναισθημάτων του. Η
νύχτα  έχει την ιδιότητα να μεγεθύνει τις
σκιές, να παραμορφώνει τα σχήματα και να διογκώνει τα συναισθήματα. Ό,τι ζει
τώρα ο ήρωας του ποιήματος το ζει δυο φορές. Το νυχτερινό τοπίο εκφράζει πιστά
το αίσθημα του κενού, που νιώθει ο ποιητής, της μοναξιάς, της απογοήτευσης. Η
λέξη παράπονο περιγράφει τον πόνο του από τη δυσάρεστη εξέλιξη των πραγμάτων. Καλείται
να εκφράσει το κυρίαρχο συναίσθημα του ποιητή. Και όχι μόνο. Μπορούμε να
παρατηρήσουμε τα εξής: πέρα από το γεγονός ότι είναι λέξη πιο ποιητική από τις
συγγενικές της, πικρία, καημός, πόνος, πέρα από το ότι εξυπηρετεί καλύτερα τις
μετρικές στιχουργικές  ανάγκες, έχει ψυχοπνευματικό
σημασιολογικό βάρος. Το Παράπονο, δηλαδή, δεν σημαίνει μόνο μια συναισθηματική
διάθεση, δηλώνει και πώς σκέπτεται το υποκείμενο αυτό που του συμβαίνει.
Έτσι,  το ποιητικό υποκείμενο φαίνεται να
θεωρεί ότι αδικείται από τον αποχωρισμό.

    Αυτή είναι η μόνη στροφή με έντονο
υποκειμενικό χαρακτήρα, ενώ οι προηγούμενες 
ήταν αντικειμενικές και αφαιρετικές. Σ’ αυτήν ,δηλαδή, εντείνεται ο
λυρισμός, ξεχειλίζει το συναίσθημα, ενώ στις προηγούμενες διαγραφόταν
ανεπαίσθητα μια ατμόσφαιρα μελαγχολική. Και κυρίως σ’ αυτή τη στροφή  αποσαφηνίζεται ο υπαινιγμός ¨ (– Τίποτ’
άλλο), ο οποίος στον όγδοο στίχο γράφεται με κεφαλαίο Ταυ, για να υπογραμμιστεί
το απόλυτο τίποτα.  Ο ποιητής υπονοεί τη
δραματική έλλειψη του αγαπημένου του προσώπου, που έγινε κιόλας νοσταλγία.

 

Γλώσσα

Η γλώσσα
είναι απλή, φυσική και εύληπτη, χωρίς εκζήτηση και χωρίς φανερή επιμέλεια.
Είναι πρωτότυπη όμως ως προς τη σύνθεση ήχων και τη δημιουργία ποιητικών
συγχορδιών. Πάνω από όλα είναι γλώσσα μουσική. Προσεκτικά έχει επιλέξει ο
ποιητής λέξεις με άκουσμα συναφές στη θλίψη, στον χαμηλόφωνο πόνο, στο βουβό
παράπονο και τη μελαγχολία. Τα σύμφωνα είναι γλυκά στο άκουσμα και υποτονικά.
Απουσιάζουν τα εκρηκτικά σύμφωνα και οι βίαιοι ήχοι. Δεσπόζουν τα υγρά και τα
ρινικά : λ,ρ,ν,μ. Όπως το τοπίο
είναι θαμπό και η ιστορία νεφελώδης, έτσι και τα θαμπά συμφωνικά συμπλέγματα (φ, γγ, μπ, θ) την πλαισιώνουν. Τα ήσυχα
σύμφωνα και τα κλειστά φωνήεντα (το όμικρον 
κυριαρχεί στην 3η και 4η στροφή) αποδίδουν το συναίσθημα
με αυτοσυγκράτηση, με εσωστρέφεια. Αν ξαναπλησιάσουμε το ποίημα ακούγοντας μια
δεύτερη απαγγελία, θα διαπιστώσουμε ότι το ρ
στην Τρίτη στροφή δημιουργεί παρήχηση.

 Πάνω από όλα όμως το μουντό
συναίσθημα της μονοτονίας
εμφαίνεται με την επαναληπτική χρήση της επωδού
«τίποτ’ άλλο». Κατ’ αρχάς ο ποιητής, για να 
προβάλλει τη φράση, την απομονώνει 
από το υπόλοιπο λεκτικό περιβάλλον, βάζοντας πριν παύλα και πριν την
παύλα κόμμα. Έτσι, έχουμε στιγμιαία διακοπή της φωνής, παύση, φαινόμενο το
οποίο υπάρχει και στη μουσική. Η παύση δημιουργεί αναμονή. Μετά την παύση δε η
φράση είναι πιο επιβλητική, πιο ζωηρή, πριμοδοτείται και αποκτά
δραματικότητα  Γενικά η  στίξη για την έκταση του ποιήματος είναι
πλούσια. Σημειώνουμε κόμματα, τα οποία συνδέουν τα επίθετα πράσινο, μεγάλο και
τα όμοια επιρρήματα πέρα μακριά, όπως και το κόμμα πριν  και μετά την αναφορική πρόταση της β΄
στροφής. Το κόμμα που δεν είναι συμβατικό είναι αυτό που εισάγει την παύλα.
Εκτός από τις οπτικές εικόνες το ποίημα έχει πριμοδοτηθεί με ηχητικές,
ακουστικές εικόνες: β΄ στροφή

 

Ύφος

Όπως και η γενική ατμόσφαιρα του ποιήματος, έτσι το ύφος είναι λυρικό,
μελαγχολικό, ρομαντικό, σοβαρό και δραματικό. Κυριαρχούν τόνοι απελπισίας,
νοσταλγίας και απόγνωσης. Λείπουν τα συνήθη λογοτεχνικά στολίδια, με ζωηρή
εξαίρεση τον προσδιορισμό πράσινο στο φεγγάρι, άρα είναι απλό και επειδή
αξιοποιεί εκφραστικά μουσικά μέσα, δημιουργεί ευάρεστο ακουστικό συναίσθημα

 

Μετρική

Το ποίημα
συγκροτείται σε τέσσερις στροφές δίστιχες. Κάθε στροφή δίνει ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία
και επαναλαμβάνει το ίδιο ηχητικό μοτίβο: μεγάλο, άλλο/ σάλο, άλλο/ σινιάλο,
άλλο/ μεγάλο, άλλο. Ο τύπος της ομοιοκαταληξίας 
διατηρείται μέχρι το τέλος του ποιήματος. Κάθε ζεύγος της
ομοιοκαταληξίας φυλάσσει για δεύτερο στοιχείο την ίδια λέξη: άλλο. Όχι μόνο η
λέξη που ομοιοκαταληκτεί, αλλά και ολόκληρη η φράση επαναλαμβάνεται : τίποτ’
άλλο. Αυτή η μονοτονία υποστηρίζει και ηχητικά το αίσθημα μονοτονίας, το οποίο
θέλει να εκφράσει ο ποιητής. Είναι, δηλαδή, ποιητικό τέχνασμα, για να γίνει πιο
αισθητή  η συναισθηματική ακινησία, η
μονότονη ατμόσφαιρα. Το μέτρο είναι ιαμβικός, ενδεκασύλλαβος, δηλαδή αριθμεί 11
συλλαβές σε κάθε στίχο και παροξύτονος, δηλαδή η τελευταία λέξη κάθε μετρικής
ενότητας (του στίχου )τονίζεται στην παραλήγουσα. Παρατηρείται η συνίζηση: «μόνο ένα»

 

Γενική αποτίμηση του ποιήματος

Πρόκειται για ένα ποίημα τυπικό δείγμα της συμβολιστικής
τεχνοτροπίας. Κύριο μέλημα του ποιητή είναι να μεταδώσει συγκίνηση  και να καταστήσει τον αναγνώστη ενεργητικό
μέτοχο των προσωπικών εντυπώσεων, οι οποίες είναι κατά κανόνα μελανές και
επώδυνες. Δεν φτάνει στο απόλυτο «μηδέν», στην άρνηση και  την ελεγεία, όπως άλλοι ποιητές της γενιάς
του. Έδειξε όμως σταθερή προσήλωση στα εκφραστικά μέσα του συμβολισμού, ώστε να
δημιουργήσει μια μουσική, λυρική, υποβλητική, ρομαντική και μελαγχολική
ατμόσφαιρα και το κατάφερε.

Τα εξωτερικά ερεθίσματα, τα πράγματα που  περιβάλλουν τον ήρωα του ποιήματος, η νύχτα,
το φεγγάρι, το βαπόρι, το ψηφιδωτό των ήχων δεν ενδιαφέρουν τον ποιητή. Δεν
έχουν κάποια αισθητική αξία Είναι απλώς τα σύμβολα- οι νότες  που χάραξε στην παρτιτούρα του, για να
τραγουδήσει  την άδεια του ζωή. Συνήθως
ερμηνεύεται η μελαγχολική διάθεση, που αποπνέει το Νυχτερινό,  ως αποτέλεσμα ερωτικού αποχωρισμού. Δεν είναι
απαραίτητο να συμβαίνει έτσι. Ακόμη και η φωνή ένα ποιητικό σύμβολο είναι από
την εργαλειοθήκη του ποιητή. Το παράπονό του 
μπορεί να προκαλεί η μοιραία αποκόλληση από κάτι ωραίο, η άδικη
αποστέρηση από ένα τρυφερό κομμάτι της ζωής του που τον γέμιζε χαρά και του
έδινε λόγο να ζει, ένα χαμένο ιδανικό. Μπορεί ακόμη η φωνή να ήταν ένα κάλεσμα
για το δικό του ταξίδι που λαχταρούσε, αλλά δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει. Δεν
έχει τόση σημασία…  Εδώ, στο ποίημα
αυτό,  το γεγονός δεν είναι η πηγή του
αισθήματος. Γεγονός είναι το ίδιο το αίσθημα

 

 

 

Β΄ μέρος

 

Παράλληλο
κείμενο ( ενδεικτικοί άξονες προσέγγισης )

i.    
 «Ελεγείο»,
Percy B. Shelley
(1792-1822)

            Αγριεμένε αέρα
που θρηνείς

            πόνε πολύ
λυπητερέ για να σε τραγουδήσω

            αέρα που
λυσσομανάς

            όταν το σύννεφο
το σκοτεινό

            μουγκρίζει  ολονυχτίς

            Μπόρα λυπητερή
που μάταια κλαις

            δάση γυμνά με τα
ανεμόδαρτα κλαδιά σας,

            βαθιές σπηλιές
και μαύρε ωκεανέ

             για τo άδικο που γίνεται στον κόσμο να
θρηνείτε

                                                                       μετάφραση:Δημήτρης
Σταύρου

 

Ερωτήσεις

1.   
Στο Νυχτερινό περιγράφεται κυρίως το εξωτερικό περιβάλλον και μόνο
στην τελευταία στροφή αποκαλύπτεται άμεσα το ποιητικό υποκείμενο, δηλαδή αυτός που
αισθάνεται και εκφράζεται. Αφού διαβάσετε το Ελεγείο,  σχολιάστε αν συμβαίνει το ίδιο και εντοπίστε
σε ποιους στίχους εκφράζει ο 
Shelley τα δικά του αισθήματα

2.   
Πώς θα χαρακτηρίζατε τον τόνο του
ποιήματος; Να δικαιολογήσετε την άποψή σας.

ii.        «Μοιρολόι
φεγγαριού στην επαρχία»
Ζυλ Λαφόργκ.

        (Περιλαμβάνεται στα κείμενα του
σχολικού εγχειριδίου)

 

Ερωτήσεις

       1. Ποια είναι η
τεχνοτροπία του ποιήματος; Να δικαιολογήσετε την απάντησή

           σας.

       2.  Βρείτε τρία κοινά σημεία μεταξύ των δύο
ποιημάτων.

 

 

 

 Γ΄ μέρος – Ενδεικτικές  Απαντήσεις  στις  ερωτήσεις  του  σχολικού  βιβλίου


 

1.    Κύριο χαρακτηριστικό του ποιήματος
είναι  η μουσική υποβλητικότητα των
στίχων. Με ποια εκφραστικά μέσα πετυχαίνει ο ποιητής αυτό το αισθητικό
αποτέλεσμα;

Τα
εργαλεία του ποιητή, ώστε να παραγάγει μια μουσικοποιητική σύνθεση είναι κατά
κανόνα μορφολογικά:

·       Η
επιλογή της λέξης με κριτήριο το ηχητικό της αποτέλεσμα και όχι τόσο το νόημά
της.

·       Οι
ολιγοσύλλαβοι στίχοι

·       Η
απόλυτη συντομία του ποιήματος και η αδιατάραχτη ομοιομορφία των στροφών στα
σχήματα της ομοιοκαταληξίας : -άλο.

·       Η
νοηματική αυτοτέλεια κάθε στροφής, η αυτονομία της, ώστε να αποτελεί
τέλειο  κουπλέ.

·       Η
στίξη, που χωρίζει το ποίημα σε μικρότερες ποιητικές περιοχές  και κυρίως η παύλα που  προβάλλει το φραστικό σχήμα  «τίποτ’ άλλο», το τονίζει και το επιβάλλει ως
επωδό(=ρεφρέν)

·       Ο
χαμηλός τόνος

·       Ο
λυρισμός, δηλαδή η απελευθέρωση του συναισθήματος με τρόπο άμεσο, ειλικρινή και
κυρίως προσωπικό. Έτσι και ένα μουσικό κομμάτι μόνο προσωπικό βίωμα ή
αίσθημα μπορεί να  εκφράζει. Όσο πιο
προσωπική και απροσποίητη  είναι η
έκφραση της συγκίνησης στην τέχνη, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει να γίνει
καθολική.

2.    Πώς αιτιολογείται το παράπονο του
ποιητή; Συνδέστε την απάντησή σας  με τη
γενική ατμόσφαιρα του ποιήματος.

Ο
ποιητής αποχωρίστηκε ένα πολύ αγαπητό του πρόσωπο. Δεν είναι μόνο η φυγή του
προσώπου που πλημμυρίζει την ψυχή του με θλίψη και παράπονο, είναι που το
χωρισμό δεν τον πληροφορείται ως συντελεσμένο γεγονός, αλλά τον βιώνει τώρα.
Διαδραματίζεται κατά την χρονική ποιητική στιγμή. Τη σκηνή του αποχωρισμού τη
βλέπει και τη ζει με όλη της την ένταση, 
ακολουθώντας με το βλέμμα το αγαπημένο του πρόσωπο να απομακρύνεται με
το βαπόρι, ακούγοντας το αντίο που του απευθύνει, ώσπου  σαν οπτασία σβήνει στον μακρινό
ορίζοντα.  Η απουσία του προσώπου είναι
πια οριστική και αμετάκλητη και ο ποιητής βυθίζεται στη μοναξιά και στη
εγκατάλειψη. Χωρίς αυτή την παρουσία δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Όλη η αφαιρετική
περιγραφή του τοπίου, η απουσία της θάλασσας, το ανώνυμο πλήθος, ο σάλος και η
φωνή, για την οποία δεν ξέρουμε τίποτα άλλο, υποβάλλουν το αίσθημα της απουσίας.
Η απουσία, η νοσταλγία και η μοναξιά συνθέτουν γενικά τη
μελαγχολική ατμόσφαιρα του ποιήματος. Και όλα, πράγματα, σχήματα, συναισθήματα,
ήχοι εντάσσονται σε ένα νυχτερινό σκηνικό, που αισθητοποιεί, την απουσία,  το κενό, το τίποτα.

 

3.   
Γράψτε
με δικό σας τρόπο την ιστορία που αφηγείται ελλειπτικά ο ποιητής
.

Οι
μαθητές δεν έχουν παρά να συμπληρώσουν στοιχεία που παρασιωπά ο ποιητής και να
αφηγηθούν μια σύντομη ιστορία, κρατώντας το νυχτερινό σκηνικό, τη θλίψη και το
παράπονο του ποιητικού υποκειμένου, του ήρωα της ιστορίας και τον μοιραίο,
αναπόφευκτο χωρισμό. Μπορούν να αποκαλύψουν περισσότερα στοιχεία για το πρόσωπο
που φεύγει (την ηλικία, το φύλο, τη συγγενική ή συναισθηματική, ή φιλική σχέση
που το συνδέει με τον ήρωα), καθώς και για το πρόσωπο που μένει πίσω. Μπορούν
ακόμα να φανταστούν και να περιγράψουν την ανάγκη που οδηγεί το αγαπημένο
πρόσωπο σε ταξίδι.(σπουδές, νέα επαγγελματική επιλογή, μετανάστευση, οριστική
ρήξη μιας σχέσης κ.λ.π.)

           Η ιστορία μπορεί
αποδοθεί με ποικίλα κειμενικά είδη:

·      
ως δημοσιογραφικό κείμενο-ρεπορτάζ

·      
ως κεφάλαιο σε προσωπικό
ημερολόγιο

·      
ως πράξη σύντομη από  θεατρικό έργο

·      
ως ποίημα

·      
ως αφήγημα

Η εξέταση της παραγωγής λόγου στις Πανελλαδικές

credit: Βάνα Δουληγέρη

 

👇

Συνέχεια ανάγνωσης

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ – ΠΡΩΗΝ ΣΧΟΛΗ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ, Παναγιώτης Μπενέας


ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ – ΠΡΩΗΝ ΣΧΟΛΗ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ

Κάθεται.

Μια πεταλούδα μόνο νέμεται

τη νυσταγμένη συντροφιά του,

θαρρείς και έχει διαταχθεί

να μην τον πλησιάζει σε απόσταση εγγύτερη

του έρωτος από το αντικείμενό του η ασκήμια.

 

Ιδρώτας από το μυώδες

κεφαλόβρυσο της νιότης του διατρέχει

τα ενδύματά του σαν ήχος ακαθόριστος

που έρπει μες στους θάμνους.

 

Ευγενής παραφωνία

μες στην έρπουσα πιο κει ενηλικίωση.

Κρατούμενα τα μάτια του

σε  απροσπέλαστα κελιά ηλίου,

το δε βλέμμα του συνοδηγός του λεπτοδείκτη

σαν υπνωτισμένος εκτελεί

το δήμιο δρομολόγιό του.

 

Ασκείται στη μακρόσυρτη αναμονή.

Ενδεχομένως να ζητεί πιστοποιητικό

περί απραγματοποιήτου μιας φυγής.

Ίσως, απ’ την άλλη, καιροφυλακτεί

πότε θα κηρυχθεί κατάπαυση ισχυρισμών,

πότε θα λυθούνε οι γραβάτες,

για να πάει να φορτώσει τα χαρτιά του

μ’ ό,τι απορριπτέο ήθελε κριθεί.

 

Αίφνης, μια δεκαοχτούρα αψηφά

το άβατο λευκό του πουκαμίσου του.

Σηκώνεται.

 

Σπεύδει επί τόπου μια βρισιά

να βεβαιώσει το γνήσιον της γκαντεμιάς.

 

Λοιπόν, καλά τα λέω:

από μια κουτσουλιά έμπνευση

ορθώνονται ποιήματα δυο μέτρα.

 

Το Τσίρκο, Θανάσης Κωσταβάρας

 Le Cirque (Το τσίρκο), Georges Seurat, 1891

Το τσίρκο

 
Δεν είπα τίποτα ακόμα.
Δεν είπα τίποτα κι ας κυλιέται πάντα ο πόνος μας
ανάμεσα σε σημαίες, μεγάφωνα και βεγγαλικά.
 
Μα ο πιο μεγάλος μας πόνος δε μιλιέται
δε γράφεται.
Δε γρικιέται απ’ τους άλλους.
 
Γυρίζει μέσα μας μόνο. Σαν το λιοντάρι
μουγκρίζοντας
τρώγοντας απ’ τις σάρκες μας.
 

Ο πιο μεγάλος μας πόνος δεν αλλάζει σε δόξα.
Δε γίνεται τσίρκο και αγορά.
 


Θανάσης Κωσταβάρας, Ο γυρισμός, 1962


Τώρα, Αθανάσιος Χριστόπουλος

Η Χαρά της ζωής, Henri Matisse, 1905-1906
Διαβάστε το ποίημα εδώ
Εισαγωγικές επισημάνσεις και ένταξη του έργου στην εποχή του

Γραμματειακό είδος: Λυρικό ανακρεόντειο ποίημα.

Το ποίημα ανήκει στην ποιητική συλλογή Τα Λυρικά, που πρωτοεκδόθηκε στα 1811 στη Βιέννη. Τα Λυρικά διαιρούνται σε πέντε μέρη και το Τώρα ανήκει στην ενότητα Βάκχος. Ο ίδιος ο ποιητής δεν έδινε τίτλο στα ποιήματά του, αλλά τα παρέθετε απλώς αριθμημένα και χωρίς διάκριση στροφών. Οι τίτλοι δόθηκαν από τους εκδότες του έργου. Είναι ενδιαφέρον ότι το συγκεκριμένο ποίημα σε έκδοση του 1841 τιτλοφορείται Αδιαφορία.

Όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος ο δημιουργός σε επιστολή του στον Αθ. Ψαλίδα, συνέθεσε τα ποιήματά του, για να αναδείξει τη λογοτεχνική αξία της  δημοτικής  γλώσσας, τη συγκρότησή της και την αρμονία της.   

Τα Λυρικά είναι ποιήματα που εξυμνούν τη χαρά, το κρασί, τον έρωτα, την εύθυμη πλευρά της ζωής, όπως τα Ανακρεόντεια  και γι’ αυτό απέδωσαν  στον Χριστόπουλο την επωνυμία ο νέος Ανακρέοντας. Ο Ανακρέων υπήρξε λυρικός ποιητής της αρχαιότητας (γεν. Τεω, Μ. Ασία, 565 π.Χ. ).Έργα του τα Βακχικά και τα Ερωτικά ( Ανακρεόντεια). Είναι ποιήματα, που εξυμνούν τον Έρωτα, την οινοποσία, τη χαρά, την άνοιξη, τη λεπτότητα του έρωτα, τα συμπόσια και τις διασκεδάσεις, με λίγα λόγια την ευδαιμονική πλευρά της ζωής. Από αυτά σήμερα έχουν σωθεί μόνο δύο ολόκληρα ποιήματα και μερικά σπαράγματα.

Τα Λυρικά του Χριστόπουλου διαβάστηκαν μανιωδώς αλλά και τραγουδήθηκαν πολύ με συνοδεία λύρας ή κιθάρας. Άλλωστε, ο ίδιος ο ποιητής έπαιζε ταμπουρά και αυλό και συνήθιζε να τα μελοποιεί και να τα τραγουδά. Ta Λυρικά ήταν μια ριπή χαράς για τον υπόδουλο ελληνισμό, ώσπου να έρθει η ώρα της απολύτρωσης, της απελευθέρωσης, Το ποίημα έχει ως βάση του ομόθεμο ποίημα του Ανακρέοντα, δεν εγγίζει όμως την εκφραστική δύναμη, τη χάρη και το πάθος του προτύπου.

Ενδεικτική προσέγγιση – Ανάλυση του κειμένου

 

Το θέμα

Ο ποιητής εξομολογείται ότι αδιαφορεί για το μέλλον και μοναδικό του μέλημα  είναι το ανεπανάληπτο παρόν και οι μικροχαρές της καθημερινότητας.

 

Ο τίτλος

Τώρα: Πολύ επιτυχής τίτλος. Ένα χρονικό επίρρημα δηλώνει το αγαθό, για το οποίο ενδιαφέρεται ο ποιητής: Η απόλαυση του παρόντος.

Δόθηκε από τους εκδότες και όχι από τον ποιητή, ενώ σε άλλη έκδοση φέρει τον τίτλο : Αδιαφορία.

 

Δομή    

   Το ποίημα δομείται  πάνω σε μία αντίθεση(παρόν- μέλλον) και ένα απλωμένο σχήμα λιτότητας. Στις τρεις πρώτες στροφές δίνεται έμφαση σε ό,τι περιφρονεί ο ποιητής (το μέλλον και η πρόνοια γι’ αυτό) και στην τελευταία στροφή διαγράφεται ζωηρά ό,τι ποθεί (το παρόν και οι σαρκικές απολαύσεις). Στην πρώτη στροφή  αποκαλύφθηκε φευγαλέα η προσήλωσή του στο σήμερα, ενώ στην τελευταία αποδίδεται με πληρότητα.

Επομένως, μπορούμε να προσεγγίσουμε ερμηνευτικά το ποίημα είτε κατά στροφή, είτε κατά δύο ενότητες:

1.    Δεν θέλω…σκοτεινός → Η απαξίωση του μέλλοντος

2.    Εγώ…..χαρώ →  Η εξύμνηση του παρόντος

Πρώτη στροφή

Ο ποιητής μάς εισάγει στο θέμα με ένα σχήμα λιτότητας: «Δεν θέλω». Εκφράζει δηλαδή μια έννοια με την αντίθετή της και αρνητικό μόριο: αντί θέλω να αμελώδεν θέλω να φροντίζω. Έτσι, κεντρίζει αστραπιαία την περιέργεια του αναγνώστη ή του ακροατή. Με την επιλογή του α΄ ενικού προσώπου λειτουργεί ένα τρυκ οικειότητας και ο λόγος γίνεται άμεσος και δραστικός. Εξομολογείται ότι  δεν θέλει να ελπίζει, να  καλλιεργεί προσδοκίες και να αναλώνεται σε έναν μάταιο αγώνα ικανοποίησής τους. Επικεντρώνει συνειδητά το ενδιαφέρον του στο παρόν και αφήνει τα πράγματα στην Τύχη, χωρίς καμία μέριμνα, χωρίς αγωνία, χωρίς καν  ελπίδα για την επιτυχή έκβασή τους. Ο Ανακρέων αποτύπωσε την ίδια σκέψη ως εξής: Το σήμερον μέλοι μοι / το δ’ αύριον τις οίδεν; Σ ’ αυτή τη στροφή απλώς ανακοινώνεται ότι  ανάμεσα στα δύο, στο παρόν και το μέλλον – σαν να είναι αυτό εφικτό- ο ποιητής προτιμά  το πρώτο.

Δεύτερη στροφή

Η δεύτερη στροφή έχει περισσότερο εμφαντικό χαρακτήρα, υπογραμμίζει δηλαδή ότι  σε καμία περίπτωση δεν αναλογίζεται μελλοντικούς κινδύνους και δυσκολίες και ως νέο στοιχείο προστίθεται η δικαιολόγηση της στάσης ζωής του, η εκμυστήρευση ότι θεωρεί ματαιοπονία την πνευματική, ηθική, πρακτική προετοιμασία για το μέλλον και κάθε απόπειρα πρόβλεψής του του προκαλεί πνευματική σύγχυση.

Τρίτη στροφή

Στην Τρίτη στροφή μετριέται το μέγεθος της αδιαφορίας του. Επαίρεται ότι μένει  εντελώς ατάραχος και ασυγκίνητος  ακόμη και σε μια ενδεχόμενη οριστική, ολοσχερή συμπαντική καταστροφή , η οποία αποδίδεται με  δυνατές εικόνες πλεγμένες με υπερβολές:ας πέσει ο ουρανός, ας βουλιάξει η γη, ας σβήσει ο ήλιος. Εντύπωση προκαλεί σ’ αυτό το σημείο η πρόκληση της Τύχης και  η σχηματοποίηση των πιθανών κινδύνων κινητοποιεί στην ψυχή του αναγνώστη αρχέγονους φόβους.

Τέταρτη στροφή

Εδώ προτάσσεται η προσωπική αντωνυμία «εγώ» και αν δεν εξυπηρετεί μετρικές στιχουργικές ανάγκες, υπαινίσσεται ότι ο ποιητής διαφοροποιείται σε σχέση με άλλους, που πασχίζουν να υποτάξουν το μέλλον και καταστρώνουν μεγαλεπήβολα σχέδια. Αυτός ποθεί μόνο να γευτεί  τη φευγαλέα, ανεπανάληπτη πολυτιμότατη στιγμή του «σήμερα», που του προσφέρεται ως δώρο, χωρίς να ανταπαιτεί απ’ αυτόν σωματικό μόχθο και πνευματική βάσανο. Είναι αξιοσημείωτα εδώ δύο στοιχεία:α) οπόσο ημπορώ και β) πασχίζω. Με το πρώτο υπαινίσσεται ότι ούτε και το παρόν βρίσκεται κάτω από τον απόλυτο έλεγχό του ανθρώπου και με το δεύτερο  ότι και οι μικροχαρές της ζωής προϋποθέτουν επιμελημένη προσπάθεια, για να μην είναι άνοστες.

Η αναφορά του στον έρωτα δεν είναι τιμή σε ένα αληθινό και βαθύ αίσθημα, αλλά  αναγνώρισή του ερωτικού παιχνιδιού, ποθεί δηλαδή  ένα συμβατικό και επιφανειακό πλησίασμα των ανθρώπων.

 Με  το  μυθολογικό εμβόλιο του Βάκχου και του Έρωτα επισημοποιεί  τη δική του πρόταση ζωής, την αναζήτηση της ηδονής και εξυψώνει το εφήμερο σε υπέρτατη αξία.

 

Γλώσσα

Απλή δημοτική, ευχάριστη, άμεση, με αρμονία ρυθμού, χωρίς λεξιλογικό πλούτ, κομψή όμως και λεπτή. Όπως χαρακτηρίστηκε από τον Κ.Θ. Δημαρά «γλώσσα του σαλονιού», καμωμένη, για να γοητεύσει τις Φαναριώτισσες αρχόντισσες, οι οποίες πειραματίζονταν στη στιχοπλοκία.

Εκφραστικά μέσα

Μεταφορές: της τύχης τη ροή, ο ήλιος ας σβήσει. Υπερβολές: η γη μας ας βουλήσει, ο ήλιος ας σβήσει, ας πέσει ο ουρανός. Συνεκδοχές: τον Βάκχο μου ρουφώντας.(αντί τον οίνον μου ρουφώντας) και τον έρωτα φιλώντας.

 

Ύφος

Απλό, αφελές, ανάλαφρο, χαριτωμένο με μουσικό ρυθμό.

Συναισθήματα

Ανεμελιά, ελαφρότητα, ξενοιασιά, κέφι, χαλαρή διάθεση.

 

Μετρική

Το ποίημα αποτελείται από 4 στροφές. Κάθε στροφή χωρίζεται σε τρίστιχα και το καθένα από αυτά δίνει ένα πλήρες νόημα. Ο στίχος παρουσιάζει ποικιλία (επτασύλλαβος και εξασύλλαβος) και δεν έχει παραγεμίσματα και ανωμαλίες. Το μέτρο είναι ιαμβικό.Η  ομοιοκαταληξία ποικίλλει: Είναι μεικτή, (οξύτονη και παροξύτονη) γιατί συνδυάζει στους δύο πρώτους στίχους κάθε στροφής ζευγαρωτή(α→ β) και στους τέσσερις επόμενους σταυρωτή (γ→ε  δ→στ΄). Η στιχουργία του είναι έντεχνη και απόλυτα επιτυχημένη και δεν είναι τυχαίο ότι συνέγραψε έργο σχετικό με τους κανόνες της.

 Τεχνική

Ο ποιητής εκφράζει ανοιχτά με μια περήφανη εξομολόγηση, χωρίς ενοχές αυτά που ποθεί και αγαπά στη ζωή. Επειδή πρόκειται για προσωπική ποίηση -εκμυστήρευση έχει επιλέξει το α΄ ενικό πρόσωπο.

Μέσα σε ένα κλίμα οικειότητας ξεδιπλώνει τις αρχές του και απευθύνεται στον αναγνώστη με  άμεσο τρόπο σαν να είναι φίλος του. Κάθε αναγνώστης προσλαμβάνει το μήνυμα χωρίς ιδιαίτερη πνευματική επεξεργασία και αισθητική αγωγή.

 

Γ΄μέρος

 

Παράλληλο κείμενο

 Να επισημάνετε ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στο διδαγμένο ποίημα και το ακόλουθο           απόσπασμα από το ανακρεοντικόν του Μάτεση.

 Ανακρεοντικόν. Αντωνίου Μάτεση (απόσπασμα)1881

                                             Με την Αφροδίτη, ώ αδέλφια

                                             με τον Βάκχο ας ενωθούμε,

                                             μη  ποσώς αργοπορούμε,

                                             διατί οι μέρες μας πετούν

                                           

                                             απ΄ εμάς ας ξεμακρύνει

                                             πάσα μάταιη ελπίδα

                                             μόνην να ΄χωμεν φροντίδα

                                             το κρασί και το φιλί

 

                                             και της φήμης και της δόξας

                                             και του χρυσαφιού η μωρία

                                             ας συγχύζει την καρδία

                                             των εχθρών μας των κακών

Συμπληρωματική  εργασία

1.    Αναζητήστε την ταινία-ντοκιμαντέρ του Σταμάτη Τσαρούχα « Αθανάσιος Χριστόπουλος -Οι άγνωστες πτυχές μιας πολυσήμαντης προσωπικότητας ».2001 και μετά την προβολή συζητήστε τις εντυπώσεις σας.

Σχολιασμός διαθεματικών εργασιών

Ο μαθητής καλείται να αφήσει τη φαντασία του ελεύθερη και να αποδώσει με εικαστικά μέσα έναν σημερινό άνθρωπο που έχει κοινή στάση ζωής  με το ποιητικό υποκείμενο του «Τώρα». Η κλίση στη ζωγραφική δεν είναι απαραίτητη, για να εκφραστεί κανείς με υλικά τα χρώματα και τις επιφάνειες. Μπορείτε ,ωστόσο,να αξιοποιήσετε τα διαχρονικά σύμβολα του ποιήματος : την οινοποσία, το Βάκχο, ένα στεφάνι από κλήματα, ένα τραπέζι ευωχίας, χρηστικά αντικείμενα πολυτελείας, μια χαρούμενη, γελαστή  συντροφιά από αγόρια και κορίτσια, χορό και τραγούδι και μέσα σ΄ αυτό το σκηνικό να εντάξετε τον ήρωά σας.  Ζωηρά, εκτυφλωτικά χρώματα είναι περισσότερο κατάλληλα .

 

Δ΄ μέρος – Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου

 

1. Ποια είναι τα βασικά μορφικά χαρακτηριστικά του ποιήματος και ποια η σύνδεσή τους με τον τίτλο της ποιητικής συλλογής;

 Απάντηση

Το ποίημα έχει τη διάρθρωση ενός τραγουδιού, γι΄ αυτό και προσφέρεται για μελοποίηση: (ο ίδιος ο Χριστόπουλος συνέθετε μουσική και μελοποιούσε τα ποιήματά του.)

Έχει μουσικότητα, οικείο τόνο, λέξεις εύηχες, που προφέρονται εύκολα και είναι μικρό σε έκταση. Έχει εξωτερική πολυμορφία, ποικιλία στο στίχο (μεικτή ομοιοκαταληξία), ρυθμό. Κάθε στροφή μπορεί να σταθεί αυτόνομα, γιατί έχει νοηματική αυτοτέλεια και πληρότητα. Η τελευταία στροφή  θα μπορούσε να γίνει επωδός (ρεφρέν), γιατί α) έρχεται ως φυσική συνέχεια κάθε άλλης στροφής, β) συνοψίζει όλο το νόημα του ποιήματος   και  γ) περιλαμβάνει τη λ. τώρα, τον τίτλο του ποιήματος.

Η γλώσσα είναι απλή και άμεση, το μήνυμα εύληπτο.

Έχει λυρισμό. Δεν αφηγείται κάποιο γεγονός, αλλά εκφράζει με άμεσο τρόπο προσωπικά συναισθήματα και διαθέσεις. Προβάλλει το ΕΓΩ , τις συγκινήσεις, τα πάθη του ποιητή με λεπτότητα. Έχει ανάλαφρο τόνο, αφελές θέμα  και χαριτωμένο πνεύμα.  Και ακριβώς επειδή  είναι γραμμένο στο πρώτο πρόσωπο εύκολα αποκτά καθολική απήχηση. Είναι λοιπόν ένα λυρικό ποίημα που εύλογα ανήκει οργανικά στην ποιητική συλλογή: Τα Λυρικά.

 

2. Γιατί ο ποιητής δε νοιάζεται για το μέλλον και ενδιαφέρεται μόνο για το παρόν; Πώς μπορούμε να τον χαρακτηρίσουμε κρίνοντας από αυτή τη στάση του;

 Απάντηση

α)Η δεύτερη στροφή μάς αποκαλύπτει τη βιοθεωρία του ποιητή: γιατί τον νουν μου χάνω και ματαιοπονώ. Δε νοιάζεται για το μέλλον, γιατί πιστεύει ότι δεν μπορεί να μεριμνήσει γι’ αυτό. Δεν πιστεύει ότι είναι κύριος της ζωής του, αλλά ένα άθυρμα της Τύχης. Υπαινίσσεται ότι οι δυσκολίες, οι συμφορές, τα δεινά, οι καταστροφές,  είναι αναπόφευκτες ανατροπές της Τύχης, μιας αόριστης πανίσχυρης δύναμης. Αντιλαμβάνεται, βέβαια, ότι  θα μπορούσε να προβλέψει και να προστατευθεί ακόμη και από αστάθμητους παράγοντες της ζωής με την κατάλληλη πνευματική και ηθική προετοιμασία, ώστε ακόμη κι αν αποτύχει ή δυστυχήσει  να μην πτοηθεί και να ανασυντάξει τις δυνάμεις του. Αλλά αυτά απαιτούν  μόχθο και προβληματισμό (τον νουν μου χάνω), πνευματικό, δηλαδή, αγώνα. Δεν έχει  υψηλά ιδανικά, ευγενείς πόθους, μεγάλους σκοπούς, δεν έχει προσδιορίσει  ένα νόημα ζωής, πράγματα που θα τροφοδοτούσαν την αγωνιστικότητά του. Έτσι, κατασκευάζει έναν τεχνητό παράδεισο παραδομένος στο κρασί και τις ερωτικές συνευρέσεις. Ακόμη και ο έρωτας που τον ενδιαφέρει δεν συνδέεται με κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο, άρα δεν πρόκειται για ένα είναι υψηλό συναίσθημα, αλλά  επιφανειακό  και εφήμερο.

Προστατευμένος  μες το κουκούλι των υλικών απολαύσεων  πασχίζει να προβάλλει μια ελεύθερη και λυτρωμένη από την υπαρξιακή αγωνία ζωή, στην πραγματικότητα όμως πρεσβεύει τη μοιρολατρία την αδράνεια και την ηττοπάθεια.  

β)Αν αυτά που δηλώνει ο ποιητής ήταν ένα απλό ξέσπασμα, ή η εκτόνωση ενός ανθρώπου που παίρνει ανάσα πριν από την επόμενη μάχη, τότε θα αξιολογούσαμε διαφορετικά τον χαρακτήρα του. Εδώ όμως δεν πρόκειται γι’ αυτό. Ο ποιητής συνειδητά επιλέγει μια στάση ζωής παραίτησης και αποστασιοποίησης και ατομισμού. Η αναζήτηση της ηδονής είναι γι’ αυτόν το υποκατάστατο της αληθινής ευτυχίας. Φαίνεται ηδονιστής, ανώριμος, νωθρός, οκνηρός, ρηχός και κάτω από τη φλούδα του ατάραχου και δυνατού κρύβει έναν εαυτό απαισιόδοξο και μελαγχολικό.

Τα όνειρα, οι ελπίδες, οι ανάγκες, τα ιδανικά απαιτούν προσπάθειες για την πραγματοποίησή τους, όμως κρατούν το ενδιαφέρον για τη ζωή σε ένταση και τη συνείδηση σε εγρήγορση. Χωρίς υψηλούς στόχους βαδίζει το δρόμο της ψυχικής αποχαύνωσης, της ανίας, του άγχους, της ψυχολογικής αστάθειας,  και του κορεσμού.  

Αν λάβουμε δε υπόψη την ιστορική περίοδο, κατά την οποία γράφτηκε το ποίημα, τότε έχουμε έναν αναχωρητή του αγώνα, έναν ατομιστή που κωφεύει σε ώρες εθνικού συναγερμού, ανάλγητο και ασυγκίνητο στο δράμα του ελληνικού λαού.

 

3. Συγκρίνετε τα δύο πρότυπα ζωής που παρουσιάζουν ο Ρήγας και ο Χριστόπουλος.

Απάντηση

Ο Αθ. Χριστόπουλος προβάλλει έναν τύπο ανθρώπου, ο οποίος δεν πιστεύει ότι είναι στο χέρι του να βελτιώσει τους όρους της ζωής του ή επικαλείται την απαισιοδοξία του ως άλλοθι για την αδράνειά του. Κάθε αγώνα τον θεωρεί ματαιότητα και σπατάλη δυνάμεων και έτσι δεν αφήνει τον προβληματισμό να τον καταβάλει ούτε την ελπίδα να του καλλιεργήσει την ψευδαίσθηση της προσδοκίας. Αφήνει τη μοίρα ή την τύχη να ορίσει τη ζωή και την εξέλιξή του. Ο ίδιος αρκείται στις ρηχές διασκεδάσεις και αντλεί χαρά από  τον έρωτα και την οινοποσία.

Ο Ρήγας από την αντίπερα όχθη πιστεύει ότι είναι ώρα εθνικής εξέγερσης και οι πατριώτες που ζουν κάτω από τουρκικό ζυγό αλλά και οι απόδημοι έλληνες οφείλουν  να τάξουν τη ζωή τους στα ιδεώδη της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας, της δικαιοσύνης και να βαδίσουν το δρόμο της θυσίας. Τα υλικά αγαθά, τα αξιώματα. που ούτως ή άλλως μόνο οι λιγοστοί μορφωμένοι της εποχής θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν υπηρετώντας τον δήμιο των συμπατριωτών τους είναι επισφαλή, εφήμερα και συνώνυμα της προδοσίας. Είναι βέβαιος ότι ο άνθρωπος κατέχει τη δύναμη και την ευθύνη να αποτινάξει την επονείδιστη σκλαβιά  και να κατακτήσει την ελευθερία του.

Για τον Ρήγα ο άνθρωπος είναι πολιτική οντότητα με ιστορικό ρόλο. Δεν έχει μόνο ατομικό εγώ αλλά και κοινωνικό και πολιτικό. Έχει συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι μονάδα ξεκομμένη από το σύνολο, αλλά έχει κοινωνικά δικαιώματα και κοινωνικές υποχρεώσεις. Αντιλαμβάνεται, δηλαδή τον εαυτό του ως μέλος μιας ομάδας, με την οποία τον συνδέουν άρρηκτοι δεσμοί και δεν μπορεί να στέκει ασυγκίνητος και αμέτοχος, όταν κάποιο μέλος αυτής της ομάδας αδικείται. Για το Φεραίο ,όσο ο ίδιος αλλά και το γένος του είναι υποταγμένο, είναι αδιανόητη η χαρά, η διασκέδαση και η τέρψη από τα υλικά αγαθά. Άρα, ενώ ο Χριστόπουλος εξυμνεί την ηδονή, ο Φεραίος εξυψώνει τον άνθρωπο.

 

Ε΄μέρος

 

Διαγραμματική απεικόνιση της ενότητας (μνημονική απεικόνιση – σχέδιο μαθήματος)

Στόχοι

·       Η γνωριμία  με ένα  χαρακτηριστικό φαναριώτικο τραγούδι, που έτερπε την αριστοκρατία της εποχής, η οποία αποκομμένη από τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα του σκλαβωμένου γένους απολάμβανε μια ζωή πλησμονής και καλοπέρασης.

·       Η αντιστοιχία του ποιήματος με τα ιδεώδη του σύγχρονου καταναλωτικού και ηδονιστικού προτύπου ζωής.

·       Να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές  ότι πρόκειται για δείγμα προσωπικής ποίησης  κάτω από την επίδραση του Γαλλικού Διαφωτισμού, ο οποίος αναγνωρίζει στον άνθρωπο ατομικά δικαιώματα και νομιμοποιεί την ελεύθερη έκφραση της ατομικότητάς του.

Κύριοι θεματικοί άξονες του κειμένου:

·       Ξέγνοιαστη ζωή και καθημερινή διασκέδαση

·       Ηθελημένη  αψήφηση του μέλλοντος

·       Έρωτας , κρασί, ηδονή και υλικές απολαύσεις

Βασικά στοιχεία μορφής και περιεχομένου:

·       Η απλή δημοτική γλώσσα

·       Το χαριτωμένο ύφος

·       Το ανάλαφρο, ανακρεόντειο θέμα

Lorem ipsum dolor sit amet, consectetur adipiscing elit. Ut elit tellus, luctus nec ullamcorper mattis, pulvinar dapibus leo.

Μπορείς να κερδίσεις τον Αντετοκούνμπο στα Αρχαία Ελληνικά;

Ένα παιχνίδι επανάληψης- εξάσκησης  στην α΄ κλίση

Συνέχεια ανάγνωσης

Φόρτωση περισσότερων

This site is protected by wp-copyrightpro.com